Λένα Διβάνη
Ένα πεινασμένο στόμα
εκδ. Καστανιώτη
ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΘΡΙΛΕΡ ΧΩΡΙΣ ΥΠΕΡΒΑΣΗ
Γράφει ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
http://www.critique.gr/index.php?&page=article&id=695
Ένας νεαρός εκπαιδευτής σκύλων πλευρίζει έναν μεσόκοπο καθηγητή της Νομικής, που προσπαθεί να βάλει σε μια τάξη τον απείθαρχο σκύλο του κατά τη διάρκεια της νυχτερινής τους βόλτας. Η τυχαία επαφή θα εξελιχθεί πάρα πολύ σύντομα σε σχέση ζωής και ο νεαρός, που θα αποδειχθεί απόφοιτος του πανεπιστημίου στο οποίο διδάσκει ο καθηγητής, θα βάλει τον ίδιο και τη σύζυγό του σε εξαιρετικά επικίνδυνες περιπέτειες, παίζοντας με όλες τις ερωτικές φαντασιώσεις και τα οικογενειακά τους απωθημένα.
Ο καθηγητής και η σύζυγος, μαζί με τον γιο τους, που ζει στον Λονδίνο κι είναι εξαρτημένος από την πρέζα, θα οδηγηθούν στο έσχατο σημείο του εξευτελισμού από τον σκυλοεκπαιδευτή, ο οποίος θα εφαρμόσει στη διαλυμένη εστία τους την τακτική κυριαρχίας επί της αγέλης, όπως την ξέρει από το επάγγελμά του. Ο εξευτελισμός θα φέρει στην επιφάνεια όχι μόνο τα ατομικά αδιέξοδα της οικογένειας, αλλά και τη βαθιά κρίση της κοινωνικής ελίτ στην οποία ανήκουν τα μέλη της: το διεφθαρμένο διοικητικό σύστημα του πανεπιστημίου σε ό,τι αφορά τον καθηγητή, την πλαδαρότητα, τον παρασιτισμό και την απόγνωση των γόνων του αθηναϊκού αστισμού σε ό,τι αφορά τη σύζυγο και τον γιο του. Όσο για τον σκυλοεκπαιδευτή, θα υποστεί έναν άλλο, χειρότερο εξευτελισμό, πληρώνοντας πανάκριβα τα συμπλέγματα της δικής του κοινωνικής καταγωγής – του παραμερισμένου μετανάστη, που δεν θα κατορθώσει να βρει ποτέ στον ήλιο μοίρα.
Το μοτίβο του εισβολέα με το αγγελικό πρόσωπο, ο οποίος θα εκμεταλλευτεί τους κατεστραμμένους εσωτερικούς δεσμούς μιας οικογένειας με απαστράπτον κοινωνικό στάτους προκειμένου να προσποριστεί το οικονομικό, αλλά και το συμβολικό της κεφάλαιο, έχει δώσει ορισμένα από τα καλύτερα ψυχολογικά θρίλερ τόσο στη λογοτεχνία όσο και στον κινηματογράφο, και η Λένα Διβάνη το χρησιμοποιεί αυτούσιο στο καινούργιο μυθιστόρημά της, που φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Ένα πεινασμένο στόμα». Αυτούσιο; Θα έλεγα, κάτι παραπάνω: το εμπλουτίζει με ιχνοστοιχεία παρμένα από το campus novel και το αστυνομικό μυθιστόρημα και του προσδίδει μιαν ιδιαίτερα ζωντανή λειτουργία με το εύρημα της αγελαίας εκπαίδευσης των σκύλων, που δημιουργεί μια σαφώς ανησυχαστική ατμόσφαιρα, παράγοντας το μεγαλύτερο και το πιο δυνατό μέρος του σασπένς.
Παρά, ωστόσο, την ψαγμένη σκηνοθεσία και τον προσεκτικό σχεδιασμό των προσώπων (κυρίως του καθηγητή και της συζύγου), από τον οποίο δεν απουσιάζει και μια υποδόρια πλην άκρως δραστική ειρωνεία, το ψυχολογικό θρίλερ της Διβάνη δεν κάνει την υπέρβαση, παραμένοντας λίγο-πολύ εγκλωβισμένο στα στερεότυπα του είδους. Ο πιο αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα της πλοκής είναι, περιέργως, το πρόσωπο του πυροδοτικού μηχανισμού της: ο σκυλοεκπαιδευτής μπορεί να μην αποκαλύπτει μέχρι και την πύλη της εξόδου τις πραγματικές του προθέσεις, εντείνοντας ως έδει την αναγνωστική προσοχή (μολονότι έτσι δεν αποφεύγεται εν κατακλείδι κάποια σύγχυση), αλλά χάνει πολύ γρήγορα την αρχική του σκοτεινότητα, καταντώντας από τη μέση περίπου του βιβλίου και μετά απογοητευτικά διαφανής και προβλέψιμος. Επιπλέον, η συνεχής ταξική αντιπαραβολή του με την οικογένεια-στόχο γίνεται από ένα σημείο και πέρα εντελώς μηχανιστική, αποκτώντας κατά τόπους κι ένα δυσάρεστα αισθηματολογικό στοιχείο, με αποκορύφωμα τις αναιτίως μελοδραματικές (αστήρικτες ή αχρείαστες δραματουργικά) σελίδες του τέλους. Απομένουν, όπως το έλεγα και πρωτύτερα, τα σπαρακτικά πορτραίτα του καθηγητή και της συζύγου και η αναμφιβόλως συναρπαστική (παρά το βαρίδι του σκυλοεκπαιδευτή) δράση.
Ένα πεινασμένο στόμα
εκδ. Καστανιώτη
ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΘΡΙΛΕΡ ΧΩΡΙΣ ΥΠΕΡΒΑΣΗ
Γράφει ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
http://www.critique.gr/index.php?&page=article&id=695
Ένας νεαρός εκπαιδευτής σκύλων πλευρίζει έναν μεσόκοπο καθηγητή της Νομικής, που προσπαθεί να βάλει σε μια τάξη τον απείθαρχο σκύλο του κατά τη διάρκεια της νυχτερινής τους βόλτας. Η τυχαία επαφή θα εξελιχθεί πάρα πολύ σύντομα σε σχέση ζωής και ο νεαρός, που θα αποδειχθεί απόφοιτος του πανεπιστημίου στο οποίο διδάσκει ο καθηγητής, θα βάλει τον ίδιο και τη σύζυγό του σε εξαιρετικά επικίνδυνες περιπέτειες, παίζοντας με όλες τις ερωτικές φαντασιώσεις και τα οικογενειακά τους απωθημένα.
Ο καθηγητής και η σύζυγος, μαζί με τον γιο τους, που ζει στον Λονδίνο κι είναι εξαρτημένος από την πρέζα, θα οδηγηθούν στο έσχατο σημείο του εξευτελισμού από τον σκυλοεκπαιδευτή, ο οποίος θα εφαρμόσει στη διαλυμένη εστία τους την τακτική κυριαρχίας επί της αγέλης, όπως την ξέρει από το επάγγελμά του. Ο εξευτελισμός θα φέρει στην επιφάνεια όχι μόνο τα ατομικά αδιέξοδα της οικογένειας, αλλά και τη βαθιά κρίση της κοινωνικής ελίτ στην οποία ανήκουν τα μέλη της: το διεφθαρμένο διοικητικό σύστημα του πανεπιστημίου σε ό,τι αφορά τον καθηγητή, την πλαδαρότητα, τον παρασιτισμό και την απόγνωση των γόνων του αθηναϊκού αστισμού σε ό,τι αφορά τη σύζυγο και τον γιο του. Όσο για τον σκυλοεκπαιδευτή, θα υποστεί έναν άλλο, χειρότερο εξευτελισμό, πληρώνοντας πανάκριβα τα συμπλέγματα της δικής του κοινωνικής καταγωγής – του παραμερισμένου μετανάστη, που δεν θα κατορθώσει να βρει ποτέ στον ήλιο μοίρα.
Το μοτίβο του εισβολέα με το αγγελικό πρόσωπο, ο οποίος θα εκμεταλλευτεί τους κατεστραμμένους εσωτερικούς δεσμούς μιας οικογένειας με απαστράπτον κοινωνικό στάτους προκειμένου να προσποριστεί το οικονομικό, αλλά και το συμβολικό της κεφάλαιο, έχει δώσει ορισμένα από τα καλύτερα ψυχολογικά θρίλερ τόσο στη λογοτεχνία όσο και στον κινηματογράφο, και η Λένα Διβάνη το χρησιμοποιεί αυτούσιο στο καινούργιο μυθιστόρημά της, που φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Ένα πεινασμένο στόμα». Αυτούσιο; Θα έλεγα, κάτι παραπάνω: το εμπλουτίζει με ιχνοστοιχεία παρμένα από το campus novel και το αστυνομικό μυθιστόρημα και του προσδίδει μιαν ιδιαίτερα ζωντανή λειτουργία με το εύρημα της αγελαίας εκπαίδευσης των σκύλων, που δημιουργεί μια σαφώς ανησυχαστική ατμόσφαιρα, παράγοντας το μεγαλύτερο και το πιο δυνατό μέρος του σασπένς.
Παρά, ωστόσο, την ψαγμένη σκηνοθεσία και τον προσεκτικό σχεδιασμό των προσώπων (κυρίως του καθηγητή και της συζύγου), από τον οποίο δεν απουσιάζει και μια υποδόρια πλην άκρως δραστική ειρωνεία, το ψυχολογικό θρίλερ της Διβάνη δεν κάνει την υπέρβαση, παραμένοντας λίγο-πολύ εγκλωβισμένο στα στερεότυπα του είδους. Ο πιο αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα της πλοκής είναι, περιέργως, το πρόσωπο του πυροδοτικού μηχανισμού της: ο σκυλοεκπαιδευτής μπορεί να μην αποκαλύπτει μέχρι και την πύλη της εξόδου τις πραγματικές του προθέσεις, εντείνοντας ως έδει την αναγνωστική προσοχή (μολονότι έτσι δεν αποφεύγεται εν κατακλείδι κάποια σύγχυση), αλλά χάνει πολύ γρήγορα την αρχική του σκοτεινότητα, καταντώντας από τη μέση περίπου του βιβλίου και μετά απογοητευτικά διαφανής και προβλέψιμος. Επιπλέον, η συνεχής ταξική αντιπαραβολή του με την οικογένεια-στόχο γίνεται από ένα σημείο και πέρα εντελώς μηχανιστική, αποκτώντας κατά τόπους κι ένα δυσάρεστα αισθηματολογικό στοιχείο, με αποκορύφωμα τις αναιτίως μελοδραματικές (αστήρικτες ή αχρείαστες δραματουργικά) σελίδες του τέλους. Απομένουν, όπως το έλεγα και πρωτύτερα, τα σπαρακτικά πορτραίτα του καθηγητή και της συζύγου και η αναμφιβόλως συναρπαστική (παρά το βαρίδι του σκυλοεκπαιδευτή) δράση.