Ο παλαιστής & ο δερβίσης
Έρως δύσερως και μη
Του Γιώργου Βέη
Έχω υποστηρίξει και παλαιότερα, το 2007, με την ευκαιρία της κυκλοφορίας των Χαρτών, από τις ίδιες εκδόσεις, της άρτιας δηλαδή συλλογής διηγημάτων του δόκιμου αυτού πεζογράφου, ο οποίος ανήκει ομολογουμένως στους αντιπροσωπευτικότερους της γενιάς του, ότι η εγνωσμένη οικονομία των εκφραστικών του μέσων, σε συνδυασμό με την ασκημένη του παρατηρητικότητα - συγγραφική αμεροληψία, μάς προσφέρει ολοκληρωμένα πορτρέτα αρκετών μελών της αστικής κυψέλης, ημετέρας και ξένης, αλλά και ορισμένων χαρακτηριστικών παριών της σχεδόν αθησαύριστης κειμενικά επαρχιακής μας ενδοχώρας.
Το αποφασιστικό πέρασμα, από τη σχεδόν κεκορεσμένη λογοτεχνία του εμφυλίου πολέμου στη λογοτεχνία του ασίγαστου πολέμου των ερωτομανών σωμάτων, αποδίδει επί τέλους και ευτυχώς έργα, όπως αυτά φέρ' ειπείν τα οποία επεξεργάζεται με επαγγελματική αφοσίωση και υπογράφει ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης. Το σώμα, αυτή η καίρια και οριακή αντικειμενικοποίηση της τρομερής βούλησης, όπως δίδαξε πρώτος ο Αρθούρος Σοπενχάουερ, το κατ΄ εξοχήν ταυτοχρόνως θέμα του ποιητή, όπως κηρύττει με το σύνολο της προσφοράς του ο Γιώργος Σεφέρης και άλλοι πολλοί, συνιστά τον κύριο πόλο των αναφορών και εμμέσων αυτοαναφορών και του κρινόμενου συγγραφέα. Κι εδώ, στο πρόσφατο αυτό πολυεπίπεδο, καλώς συγκερασμένο του μυθιστόρημα, το περιώνυμο καθημερινό ψυχοσωματικό έλλειμμα, το εγγενές άγος και το σημαίνον μένος αποτυπώνονται, αντιστοίχως, με υποδειγματική επάρκεια. Η λέξη κομίζει ικανό και αναγκαίο φορτίο των προβαλλομένων παθών. Η εμφανής ποιητική καταγωγή του σημαίνοντος συνυπάρχει με την πληρότητα των πολλαπλών ιδιωματικών δεικτών. Η ροή του μαθηματικού χρόνου δεν υπονομεύει την άλλη ροή, δηλαδή τη συνειδησιακή, η οποία λειτουργεί απερίσπαστη από τις πρώτες έως τις τελευταίες σελίδες του μυθιστορήματος.
Στο πλαίσιο της αρμονικής συνύπαρξης των συντελεστών και των λογής παραμέτρων του διδύμου, της δεδομένης δηλαδή, απτής και εντελώς μετρήσιμης, ποσοτικώς και ποιοτικώς, ρεαλιστικής συγκυρίας και της αναπόφευκτης, ενίοτε τραγικά αναμενόμενης, υποκειμενικής διάστασης του κόσμου, είναι επόμενο οι αφηγηματικοί ήρωες, ήτοι ο μυώδης, αυτογνωστικός Διονύσης, η διονυσιακή-επικούρεια Μιρέλλα, ο απρόβλεπτος Χρήστος, να αισθάνονται παντελώς ελεύθεροι να δράσουν, να εκτονωθούν και στην καλύτερη των περιπτώσεων να ξεγίνουν. Ό, τι με άλλα λόγια είναι ατομικώς το απολύτως ορθό. Η δε πραγματικότητα, όπως προσδιορίζεται από τα έργα και τις ημέρες των προσώπων στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στις Σέρρες, στη Ξάνθη, στην Ανδριανούπολη και στην πρώην Βασιλεύουσα, ούτε εξορκίζεται, ούτε αποδομείται καθ' υπερβολήν. Είναι εκεί, αμείλικτη, ανυποχώρητη, βασανιστική. Η υπέρβασή της είναι το μεγάλο στοίχημα κι αυτών των υπηκόων του ονείρου της αυτο-αναμόρφωσης.
Σε συνδυασμό μάλιστα με λεπτομερείς διερμηνείες των αφορώντων στην ουσιαστική, νεο-ηθική θα πρόσθετα, προσέγγιση των ετεροτήτων, π. χ. χριστιανικής-μουσουλμανικής ή ελληνικής-οθωμανικής, η κειμενική ανέλιξη αποκτά μια πρόσθετη σημασιολογική αξία, ικανή και αναγκαία για την περαιτέρω ευχερή αναγνωστική πρόσληψη. Η μεγάλη σκοτεινή τρύπα, στην οποία πέφτουν ο ένας μετά των άλλων οι άτεχνοι, κι εννοώ εδώ την «περιποιημένη, ομορφοντυμένη» φλυαρία περί τα επουσιώδη του βίου, έχει εκ των προτέρων ακυρωθεί. Γι' αυτό και δεν έπληξα ποτέ διαβάζοντας τα βιβλία του Θεόδωρου Γρηγοριάδη. Ούτε τα άφησα μισοδιαβασμένα. Καθηγητής όχι μόνο παιδιών και εφήβων, αλλά και δάσκαλος αναγνωστών, ξέρει πότε να υποκλιθεί μπροστά στην αίγλη της ακήρατης σωματικής αλκής, χωρίς ποτέ να καταστεί μελοδραματικός, εκκωφαντικός, άμετρος ή παράφωνος: ό,τι ακριβώς δηλαδή κατορθώνεται με άνεση και στο Ο παλαιστής και ο δερβίσης. Μια λίαν ευδιάκριτος ευξύνετος οξυδερκείη, για να μνημονεύσουμε και τον συντοπίτη του, γελαστό παππούλη Δημόκριτο, φαίνεται ότι καθοδηγεί και προστατεύει τους κειμενικούς ελιγμούς από κάθε κακοτοπιά.
Έρως δύσερως και μη
Του Γιώργου Βέη
Έχω υποστηρίξει και παλαιότερα, το 2007, με την ευκαιρία της κυκλοφορίας των Χαρτών, από τις ίδιες εκδόσεις, της άρτιας δηλαδή συλλογής διηγημάτων του δόκιμου αυτού πεζογράφου, ο οποίος ανήκει ομολογουμένως στους αντιπροσωπευτικότερους της γενιάς του, ότι η εγνωσμένη οικονομία των εκφραστικών του μέσων, σε συνδυασμό με την ασκημένη του παρατηρητικότητα - συγγραφική αμεροληψία, μάς προσφέρει ολοκληρωμένα πορτρέτα αρκετών μελών της αστικής κυψέλης, ημετέρας και ξένης, αλλά και ορισμένων χαρακτηριστικών παριών της σχεδόν αθησαύριστης κειμενικά επαρχιακής μας ενδοχώρας.
Το αποφασιστικό πέρασμα, από τη σχεδόν κεκορεσμένη λογοτεχνία του εμφυλίου πολέμου στη λογοτεχνία του ασίγαστου πολέμου των ερωτομανών σωμάτων, αποδίδει επί τέλους και ευτυχώς έργα, όπως αυτά φέρ' ειπείν τα οποία επεξεργάζεται με επαγγελματική αφοσίωση και υπογράφει ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης. Το σώμα, αυτή η καίρια και οριακή αντικειμενικοποίηση της τρομερής βούλησης, όπως δίδαξε πρώτος ο Αρθούρος Σοπενχάουερ, το κατ΄ εξοχήν ταυτοχρόνως θέμα του ποιητή, όπως κηρύττει με το σύνολο της προσφοράς του ο Γιώργος Σεφέρης και άλλοι πολλοί, συνιστά τον κύριο πόλο των αναφορών και εμμέσων αυτοαναφορών και του κρινόμενου συγγραφέα. Κι εδώ, στο πρόσφατο αυτό πολυεπίπεδο, καλώς συγκερασμένο του μυθιστόρημα, το περιώνυμο καθημερινό ψυχοσωματικό έλλειμμα, το εγγενές άγος και το σημαίνον μένος αποτυπώνονται, αντιστοίχως, με υποδειγματική επάρκεια. Η λέξη κομίζει ικανό και αναγκαίο φορτίο των προβαλλομένων παθών. Η εμφανής ποιητική καταγωγή του σημαίνοντος συνυπάρχει με την πληρότητα των πολλαπλών ιδιωματικών δεικτών. Η ροή του μαθηματικού χρόνου δεν υπονομεύει την άλλη ροή, δηλαδή τη συνειδησιακή, η οποία λειτουργεί απερίσπαστη από τις πρώτες έως τις τελευταίες σελίδες του μυθιστορήματος.
Στο πλαίσιο της αρμονικής συνύπαρξης των συντελεστών και των λογής παραμέτρων του διδύμου, της δεδομένης δηλαδή, απτής και εντελώς μετρήσιμης, ποσοτικώς και ποιοτικώς, ρεαλιστικής συγκυρίας και της αναπόφευκτης, ενίοτε τραγικά αναμενόμενης, υποκειμενικής διάστασης του κόσμου, είναι επόμενο οι αφηγηματικοί ήρωες, ήτοι ο μυώδης, αυτογνωστικός Διονύσης, η διονυσιακή-επικούρεια Μιρέλλα, ο απρόβλεπτος Χρήστος, να αισθάνονται παντελώς ελεύθεροι να δράσουν, να εκτονωθούν και στην καλύτερη των περιπτώσεων να ξεγίνουν. Ό, τι με άλλα λόγια είναι ατομικώς το απολύτως ορθό. Η δε πραγματικότητα, όπως προσδιορίζεται από τα έργα και τις ημέρες των προσώπων στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στις Σέρρες, στη Ξάνθη, στην Ανδριανούπολη και στην πρώην Βασιλεύουσα, ούτε εξορκίζεται, ούτε αποδομείται καθ' υπερβολήν. Είναι εκεί, αμείλικτη, ανυποχώρητη, βασανιστική. Η υπέρβασή της είναι το μεγάλο στοίχημα κι αυτών των υπηκόων του ονείρου της αυτο-αναμόρφωσης.
Σε συνδυασμό μάλιστα με λεπτομερείς διερμηνείες των αφορώντων στην ουσιαστική, νεο-ηθική θα πρόσθετα, προσέγγιση των ετεροτήτων, π. χ. χριστιανικής-μουσουλμανικής ή ελληνικής-οθωμανικής, η κειμενική ανέλιξη αποκτά μια πρόσθετη σημασιολογική αξία, ικανή και αναγκαία για την περαιτέρω ευχερή αναγνωστική πρόσληψη. Η μεγάλη σκοτεινή τρύπα, στην οποία πέφτουν ο ένας μετά των άλλων οι άτεχνοι, κι εννοώ εδώ την «περιποιημένη, ομορφοντυμένη» φλυαρία περί τα επουσιώδη του βίου, έχει εκ των προτέρων ακυρωθεί. Γι' αυτό και δεν έπληξα ποτέ διαβάζοντας τα βιβλία του Θεόδωρου Γρηγοριάδη. Ούτε τα άφησα μισοδιαβασμένα. Καθηγητής όχι μόνο παιδιών και εφήβων, αλλά και δάσκαλος αναγνωστών, ξέρει πότε να υποκλιθεί μπροστά στην αίγλη της ακήρατης σωματικής αλκής, χωρίς ποτέ να καταστεί μελοδραματικός, εκκωφαντικός, άμετρος ή παράφωνος: ό,τι ακριβώς δηλαδή κατορθώνεται με άνεση και στο Ο παλαιστής και ο δερβίσης. Μια λίαν ευδιάκριτος ευξύνετος οξυδερκείη, για να μνημονεύσουμε και τον συντοπίτη του, γελαστό παππούλη Δημόκριτο, φαίνεται ότι καθοδηγεί και προστατεύει τους κειμενικούς ελιγμούς από κάθε κακοτοπιά.
Θεόδωρος Γρηγοριάδης
Ο παλαιστής και ο δερβίσης
Πατάκης 2010
Ο παλαιστής και ο δερβίσης
Πατάκης 2010