Τετάρτη 25 Μαρτίου 2009

Για τους λάτρεις του I. Yalom


Θα φωνάξω την αστυνομία
Μια ιστορία απώθησης και ανάκτησης
Irvin D. Yalom
εκδ ΑΓΡΑ

"Καθώς το αποχαιρετιστήριο δείπνο έφτανε στο τέλος του, ο Μπόμπ Μπέργκερ, ο φίλος μου από τα παλιά, έκανε νόημα ότι είχε ανάγκη να μου μιλήσει. Είχαμε ακολουθήσει διαφορετικές επαγγελματικές κατευθύνσεις, εκείνος χειρουργούσε καρδιές, εγώ θεράπευα ραγισμένες καρδιές μέσα από τη συζήτηση, κι όμως μεταξύ μας υπήρχε ένας στενός σύνδεσμος πού το νιώθαμε κι οι δύο πως θα διαρκούσε όλη μας τη ζωή. Όταν με πήρε απ' το μπράτσο για να με τραβήξει παράμερα, κατάλαβα πως συνέβαινε κάτι εξαιρετικό. Ο Μπόμπ πολύ σπάνια με άγγιζε. Κάτι τέτοια τα παρατηρούμε εμείς οι ψυχίατροι. Έσκυψε στο αυτί μου και είπε βραχνά: "Μου συμβαίνει κάτι πολύ βαρύ... ξεσπάει το παρελθόν... οι δύο ζωές μου, της νύχτας και της μέρας, γίνονται ένα. Έχω ανάγκη να μιλήσω σε κάποιον ". Κατάλαβα. Μετά τα παιδικά του χρόνια, που τα πέρασε στην Ουγγαρία την εποχή του Ολοκαυτώματος, ο Μπόμπ ζούσε δυο ζωές: μια το πρωί, σαν ένας γλυκομίλητος, αφοσιωμένος και ακούραστος καρδιοχειρουργός, και μια άλλη τη νύχτα, όπου στα όνειρά του περιφέρονταν θραύσματα από φρικτές αναμνήσεις. Για την πρωινή του ζωή γνώριζα τα πάντα, για τη νυχτερινή όμως στα πενήντα χρόνια της φιλίας μας δεν είχε αποκαλύψει τίποτα. Ούτε ποτέ είχα ακούσει απ' το στόμα του ένα ξεκάθαρο αίτημα για βοήθεια: ήταν κλειστός, μυστηριώδης, αινιγματικός. [...] Δημοσίευε πυρετωδώς, δίδασκε και χειρουργούσε ακαταπόνητα. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος στον κόσμο πού εμφύτευσε τεχνητή καρδιά μερικής υποβοήθησης, εξασφαλίζοντας μακρόχρονη επιβίωση. Και όλ' αυτά απόλυτα μόνος στον κόσμο -είχε χάσει όλους τους δικούς του στο Ολοκαύτωμα. Για το παρελθόν του όμως δεν έλεγε τίποτα. Μ' έτρωγε η περιέργεια, γιατί δεν είχα γνωρίσει άλλον άνθρωπο που να έζησε από πρώτο χέρι τη φρίκη των στρατοπέδων, ο Μπόμπ όμως απόδιωχνε τις ερωτήσεις μου και με κατηγορούσε γιά ηδονοβλεψία." [... ]

Η Ιζαμπέλ Αλιέντε απευθύνεται γι' άλλη μια φορά στην κόρη της


Αλιέντε Ιζαμπέλ
Όλες οι μέρες

εκδ Ωκεανίδα


Η Ιζαμπέλ Αλιέντε απευθύνεται γι' άλλη μια φορά στην κόρη της Πάουλα και κάνει έναν απολογισμό της ζωής της σαν γυναίκα και συγγραφέας. Ένα οικείο, συγκινητικό, τρυφερό και, πάνω απ’ όλα, βαθιά ανθρώπινο χρονικό.
Eνα βιβλίο βαθιά συναισθηματικό και ταυτόχρονα γραμμένο με το ειρωνικό και παθιασμένο ύφος τής Ιζαμπέλ Αλιέντε, όπου κάνει έναν απολογισμό της ζωής της σαν γυναίκα και συγγραφέας.
Στις σελίδες αυτού του βιβλίου η Αλιέντε διηγείται με ειλικρίνεια την πρόσφατη ιστορία της ζωής της και της ιδιόρρυθμης οικογένειάς της στην Καλιφόρνια, σ’ ένα σπίτι ανοιχτό, γεμάτο αληθινά αλλά και λογοτεχνικά πρόσωπα, που προστατεύεται από ένα πνεύμα: χαμένες κόρες, εγγόνια και βιβλία που γεννιούνται, εξορίες και βάσανα, ένα ταξίδι στον κόσμο των εξαρτήσεων κι άλλα ταξίδια σε μέρη μακρινά, σε αναζήτηση έμπνευσης, παρ’ ολίγον διαζύγια, συναντήσεις, έρωτες, χωρισμοί, κρίσεις στα ζευγάρια και συμφιλιώσεις.
Το βιβλίο αυτό είναι επίσης μια ιστορία αγάπης ανάμεσα σ’ έναν άντρα και μια γυναίκα, δυο ώριμους ανθρώπους, που πέρασαν μαζί πολλές φουρτούνες χωρίς να χάσουν ούτε το χιούμορ ούτε το πάθος τους, καθώς και η ιστορία μιας σύγχρονης οικογένειας, διχασμένης από τσακωμούς κι ενωμένης, παρ’ όλ’ αυτά, απ’ την αγάπη και την αποφασιστικότητά της να τραβήξει μπροστά. Είναι η οικογένεια που γνωρίσαμε στην Πάουλα και κατάγεται από τους ήρωες του βιβλίου Το σπίτι των πνευμάτων.
«Παρ’ όλο που είμαι Χιλιανή, γεννήθηκα συμ­πτωματικά στη Λίμα. Είχα έναν πατέρα που εξαφανίστηκε χωρίς ν’ αφήσει αναμνήσεις. Η μητέρα μου ήταν ο φάρος της ζωής μου· ίσως γι’ αυτό μου είναι πιο εύκολο να γράφω για γυναίκες. Εκείνη μου έδωσε, σε μια ηλικία που τα άλλα κοριτσάκια παίζουν με τις κούκλες, ένα τετράδιο για να καταγράφω τη ζωή, σπέρνοντας έτσι το σπόρο που τριάντα χρόνια αργότερα θα μ’ έκανε να εισβάλω στη λογοτεχνία».

Σίγουρα το βιβλίο αυτό έχει την κατάθεση ψυχής της Αλιέντε, καθώς και το ύφος της γραφής της. Αλλά, για μένα που έχω διαβάσει μόνο δύο από τα βιβλία της και ίσως τα καλύτερα της (Το σπίτι των πνευμάτων και Ινές) δεν είχε ενδιαφέρον. Ήταν μία αναδρομή στα προηγούμενα βιβλία της και πώς κατέληγε να επιλέξει κάθε φορά το θέμα της. Ίσως βέβαια είμαι επηρεασμένη και την προτίμηση που έχω στα ιστορικά μυθιστορήματα και όχι τόσο στα ψυχό-μελαγχολικά.

Βρείτε το συνδετικό κρίκο και θα ξέρετε ότι έχετε στην ψυχή σας την ΑΛΗΘΕΙΑ


"Via Crucis - Αζαζέλ"

Βαβύλης Απόστολος
εκδ Λιβάνη

Ο μοναχός Ελισσαίος πέφτει νεκρός έξω από το Ναό της Αναστάσεως στην Ιερουσαλήμ, ενώ αποπειράται να σκοτώσει τον οικουμενικό πατριάρχη (Μεεμανούτα). Ο Νικόλας Γιαλούλης πεθαίνει ξαφνικά στο σπίτι του στην Αθήνα, μετά τη σύναψη συμφωνίας για την πώληση ακινήτων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων σε ισλαμιστές, που το αυτοκίνητό τους ανατινάζεται (Νεκίμα). Ο δημοσιογράφος Μίνωας Νιβάλις δολοφονείται στο Μιλάνο, όπου έχει καταφύγει ύστερα από την κατάρρευση της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας (Μαστούκα). Μια ομάδα ετερόκλητων ανθρώπων συγκεντρώνεται στους Αγίους Τόπους λίγο πριν το κοινό Πάσχα ορθοδόξων-καθολικών το 2025, προσπαθώντας να λύσει το σταυρόλεξο του Πάθους που βρέθηκε στη διαθήκη ενός μυστηριώδους άντρα ο οποίος αυτοαποκαλείται Αζαζέλ, ενώ μια απίστευτη τρομοκρατική ενέργεια μετατρέπει σε λουτρό αίματος την τελετή της αφής του Αγίου Φωτός. Ποια σχέση έχουν οι τρεις λέξεις-κλειδιά με τα καταιγιστικά γεγονότα του βιβλίου και τι σημαίνει η φράση «Από την ψηλότερη κορυφή στη σκοτεινότερη τρύπα θα βρεθείς... αν την πίστη και τους όρκους σου δεν τιμάς, αν τη σιωπή σου δεν κρατάς κι όταν το χρήμα σε οδηγεί, η εκδίκηση σε περιμένει»; Βρείτε το συνδετικό κρίκο και θα ξέρετε ότι έχετε στην ψυχή σας την ΑΛΗΘΕΙΑ.

Το diavasame.gr σχολιάζει


ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΟΥ ΑΝΗΚΕΙ
Anne Holt
εκδ ΟΡΦΕΑΣ
Κατηγορία Ξένη Λογοτεχνία

Μια ευφυής ιστορία εγκλήματος και τιμωρίας
Έστι δίκης οφθαλμός, ος τα πάνθ' ορά
Μένανδρος


''Έπαθες ό,τι σου άξιζε''- μ' αυτό το σημείωμα ο απαγωγέας και δολοφόνος μικρών παιδιών στο αστυνομικό θρίλερ της Anne Holte δικαιολογεί την πράξη του, όταν στέλνει τα νεκρά τους σώματα στις μητέρες τους. Καθώς οι απαγωγές και οι φόνοι συνεχίζονται, η παραδοσιακά ειρηνική νορβηγική κοινωνία βυθίζεται στο φόβο, ενώ οι αρχές αδυνατούν να εντοπίσουν το δράστη. Την άκρη του νήματος επιχειρούν να εντοπίσουν ο επιθεωρητής της αστυνομίας Ύνγκβαρ Στούμπε και η ψυχολόγος- profiler εγκληματιών Ίνγκερ Βικ, ενώνοντας τις δυνάμεις τους και χρησιμοποιώντας όχι μόνο το μυαλό και τις γνώσεις τους, αλλά κυρίως τη διαίσθησή τους σε μια σκοτεινή ιστορία εκδίκησης με απρόσμενο τέλος.
Αν και το βιβλίο ανήκει ξεκάθαρα στην αστυνομική λογοτεχνία και μάλιστα η Νορβηγίδα συγγραφέας θεωρείται διεθνώς από τις δεξιοτέχνισσες του είδους με εκατομμύρια αναγνώστες, το κείμενο φιλοδοξεί και επιτυγχάνει να θέσει προς προβληματισμό σοβαρά και δύσκολα ζητήματα: τις ευθύνες μας απέναντι στα παιδιά ως θύματα της βίας που η ίδια η κοινωνία παράγει, αλλά και το τι σημαίνει τελικά να είναι κανείς γονέας και ποια είναι τα όρια ανάμεσα στην γονεϊκή αγάπη και την αίσθηση ιδιοκτησίας των παιδιών από τους γονείς τους.
Το πολυπρόσωπο αυτό θρίλερ είναι έτσι δομημένο ώστε να υπάρχουν πολλοί αφηγητές, χωρίς όμως να μπερδεύεται ο αναγνώστης, αφού ο κάθε αφηγητής έχει ''καθαρή'' φωνή και σκιαγραφείται επαρκώς η προσωπικότητα του, κυρίως μέσα από λεπτομέρειες της καθημερινής του ζωής και φλας-μπακ στο παρελθόν του. Εκτός από τους δύο πρωταγωνιστές που επιχειρούν να εξιχνιάσουν την υπόθεση, το παζλ της ιστορίας συμπληρώνεται κομμάτι-κομμάτι από το μικρό κορίτσι που έπεσε πρώτο θύμα απαγωγής και κρατείται έγκλειστο από το δολοφόνο αλλά και τον ίδιο τον δράστη (χωρίς όμως ν' αποκαλύπτονται τα κίνητρά του), οι σκέψεις του οποίου αποτελούν τον πρόλογο και τον επίλογο του βιβλίου. Παράλληλα με το βασικό στόρυ, το κείμενο διατρέχουν και δύο subplots (δευτερεύουσες πλοκές) που αφορούν μια παλιά υπόθεση ενός άδικα καταδικασμένου για μια δολοφονία που δεν διέπραξε, αλλά και την ερωτική σχέση που σταδιακά αναπτύσσεται ανάμεσα στην Ίνγκερ και τον Ύνγκβαρ.
Η γλώσσα του κειμένου είναι στρωτή και χωρίς δυσκολίες, γεγονός που οφείλεται στην καλή δουλειά των δύο μεταφραστών, ενώ η δυνατή πένα της Holt -που δικαιολογημένα χαρακτηρίζεται ως η βασίλισσα του σκανδιναβικού αστυνομικού μυθιστορήματος-, αποδίδει εικόνες, σκέψεις και χαρακτήρες με ζωντάνια, πειστικότητα και ρεαλισμό. Αν και καμία βίαιη πράξη δεν συντελείται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη, ακριβώς όπως στις ελληνικές τραγωδίες, ''Αυτό που μου ανήκει'' είναι μια ευφυής ιστορία εγκλήματος, βασισμένο κατά πολύ στην οπτική ότι ''όλα γίνονται για κάποιο λόγο'', χωρίς αυτό βέβαια ν' αποκλείει τις παράπλευρες απώλειες όσων βρεθούν στα διασταυρούμενα πυρά μεταξύ εγκλήματος και τιμωρίας. Το δε φινάλε του αποτελεί μια κλασική περίπτωση ''ποιητικής δικαιοσύνης'', η οποία δίνει τη λύση του δράματος και αποδίδει τελικά στον καθένα από τους ήρωες αυτό που πραγματικά του αξίζει...
Αγγέλα Γαβρίλη
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Προσαρμοσμένη αναζήτηση