Πέμπτη 7 Μαΐου 2009

«Το γράψιμο είναι χασικλίκι»

ΜΑΡΙΝΑ ΚΑΡΑΓΑΤΣΗ
«Ο Καραγάτσης ήταν ντόμπρος κι ελεύθερος αλλά έχανε τον έλεγχο» λέει η Μαρίνα Καραγάτση, της οποίας το μυθιστόρημα, με θέμα την οικογένειά της, πήρε βραβείο «Δύο λόγοι με εμπόδιζαν ώς τώρα να γράψω» λέει στα «ΝΕΑ» η Μαρίνα Καραγάτση που πήρε πριν από λίγες μέρες το Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού «Διαβάζω».
«Το ένα ήταν η σκιά του πατέρα μου, του Μιχάλη Καραγάτση. Το άλλο ήταν πάλι ο πατέρας μου που έλεγε ότι δεν έχω ταλέντο και φαντασία. Βέβαια αυτό το έλεγε για όλες τις γυναίκες συγγραφείς, ότι δηλαδή γράφουν ένα βιβλίο με τα αυτοβιογραφικά τους και μετά δεν μπορούν να γράψουν δεύτερο».
Μ΄ αυτά και μ΄ αυτά, η Μαρίνα Καραγάτση έφτασε να γράψει το πρώτο της μυθιστόρημα στα 70 της. Μυθιστόρημα που επαινέθηκε ιδιαίτερα από την κριτική, αγαπήθηκε από το κοινό και της έδωσε το βραβείο. Μέχρι τώρα βέβαια, κατά σατανικό τρόπο, η συγγραφέας βαδίζει στα χνάρια της πατρικής ρήσης, αφού το βιβλίο μιλά πράγματι για τα αυτοβιογραφικά της, για τη ζωή δηλαδή της οικογένειάς της όταν εκείνη ήταν νέο κορίτσι. Ενώ ένα πρόβλημα στο δεξί χέρι που της προέκυψε και την ταλαιπωρεί από τότε που κυκλοφόρησε το βιβλίο την εμποδίζει- προσωρινά- να ξαναγράψει.
Ο συγγραφέας τού «Γιούγκερμαν», του «Συνταγματάρχη Λιάπκιν», του «Δέκα», της «Μεγάλης χίμαιρας» και του «Κίτρινου φακέλου» ήταν ιδιόρρυθμος άνθρωπος. Η Μαρίνα Καραγάτση τον περιγράφει γλαφυρά στο βιβλίο το οποίο, πέρα από την αναγνωρισμένη λογοτεχνική αξία του, θα χρησιμεύσει και ως ασφαλής μαρτυρία για τη ζωή ενός ανθρώπου που τη σκιαγραφούσαν θρύλοι, ποτέ όμως καταγεγραμμένες περιγραφές.
«Όσο προχωρούσα το γράψιμο μού έμπαιναν ψύλλοι στ΄ αυτιά» λέει. «Νόμιζα ότι πολλοί θα εξαγριωθούν. Είχα αγωνία για το αν θα καταλάβαιναν όλοι ότι δεν επρόκειτο για κουτσομπολιό αλλά για κάτι πολύ πιο βαθύ που το έγραφα με κατανόηση και αγάπη. Τελικά, πολλοί ήταν αυτοί που ταυτίστηκαν με τους χαρακτήρες του βιβλίου. Και σ΄ αυτό, ίσως, έγκειται η επιτυχία του».
Τον Καραγάτση,όταν θύμωνε, τον άκουγαν μέχρι τον δρόμο αλλά δεν τον ένοιαζε. Ήταν σε συνεχή εγρήγορση. «Βαρύθυμος αλλά ζωντανός». Επίσης ακατάστατος. Και άδικος όταν εκνευριζόταν. «Έχανε τον έλεγχο. Και οι τιμωρίες του δεν ήταν ποτέ παιδευτικές. Απλώς ξεσπούσε. Το γιατί με τσίγκλιζε συνέχεια και γιατί δεν μου έλεγε ποτέ ένα μπράβο είναι ένα ερώτημα που ούτε τώρα μπορώ να το απαντήσω. Μόνο εικασίες μπορώ να κάνω. Ίσως η οικογένεια τον έκανε να ασφυκτιά, ίσως πάλι ήθελε αγόρι. Όταν όμως στα 18 μου μια φορά τσακωθήκαμε πολύ, μου είπαν ότι περπατούσε στον δρόμο και έκλαιγε, λέγοντας: "Δεν μ΄ αγαπάει το παιδί μου"».
Υπάρχει όμως ένα ερώτημα στο οποίο τώρα μπόρεσε να απαντήσει. Γιατί όταν γυρνούσε από το σχολείο και ήθελε να αφηγηθεί τι συνέβη με τη δασκάλα της, εκείνος σήκωνε το κεφάλι και την κοίταζε με άδειο βλέμμα χωρίς να την ακούει: «Το γράψιμο είναι χασικλίκι» αναφέρει. «Το κατάλαβα τώρα που έγραψα κι εγώ. Ήταν και δική του έκφραση. "Γίνεσαι σαν χασικλωμένος δερβίσης" έλεγε». Άλλωστε, ο Καραγάτσης δεν είχε μόνο ελαττώματα. «Είχε ευστροφία μοναδική, ντομπροσύνη και ειλικρίνεια. Και γνώσεις που δεν ήταν στεγνές. Οι διηγήσεις του ήταν πάντα σαν παραμύθι. Το ενδιαφέρον είναι ότι ενώ τον φοβόμουν, αισθανόμουν ταυτόχρονα πολύ ελεύθερη. Γιατί και αυτός ήταν ελεύθερος και απλός στην καθημερινή του ζωή. Δεν ρωτούσε, σαν άλλους γονείς, "πού πήγες;" "τι ώρα θα γυρίσεις;". Αντίθετα, στα 15 μου, που δεν ήθελα να πηγαίνω σε πάρτι, μου έλεγε: "Γιατί δεν πας, να βρεις κανένα γκόμενο, μη γίνεις σαν τις θεούσες που βγάζουν σπυριά;". Όταν όμως στα 18 έφερα κάποιον ζήλεψε πολύ».
ΙΝFΟ
Μαρίνα Καραγάτση «Το ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι», Εκδ. Άγρα
Διάλογοι Εμπειρίκου - Καραγάτση
«Ο Βενέζης, ο Τερζάκης, ο Θεοτοκάς ήταν κάθε βδομάδα στο σπίτι μας» λέει η Μαρίνα Καραγάτση. «Το ίδιο ο Καραντώνης, ο Κατσίμπαλης, ο Καρύδης αλλά και οι Ελύτης, Εγγονόπουλος και Εμπειρίκος. Μόνο με τον Σεφέρη δεν έκανε παρέα. Έλεγε ότι δεν του πήγαινε.
Και δεν είδα στο σπίτι και τον Καζαντζάκη. Παρ΄ όλο που διατηρούσαν αλληλογραφία, καμιά φορά μάλιστα του έστελνε και χειρόγραφα πριν από την έκδοση».
Οι συναντήσεις γίνονταν πάντα στο σπίτι του Καραγάτση και ο πατέρας- αφέντης απαιτούσε γεύματα και προετοιμασίες. Η μητέρα της Μαρίνας, Νίκη, που ήταν ταλαντούχος ζωγράφος, είχε κλειστεί και μαγείρευε.
«Μετά τον γάμο τους, επί δέκα χρόνια δεν είχε ζωγραφίσει τίποτα. Το ΄46 άρχισε ξανά και το ΄52 έκανε έκθεση στην Γκαλερί Πέιν που είχε σημαντική επιτυχία. Έκτοτε άλλαξε και η στάση του πατέρα μου απέναντί της, χωρίς βέβαια να σταματήσει το σπίτι να είναι ανοιχτό». Στα 18 της, η Μαρίνα είχε γράψει ένα διήγημα για τη Λασκαρώ, την υπηρέτρια, που είναι βασικός χαρακτήρας και του σημερινού βιβλίου. Το είχε ξεχάσει, μέχρι που πρόσφατα ανακαλύφθηκε μια κασέτα από τις πολλές που ηχογραφούσε ο Εμπειρίκος. «Ό,τι δεν μου έδωσε ο πατέρας μου, μου το έδωσε ο Εμπειρίκος» λέει. «Ήμαστε ο πατέρας μου, η μητέρα μου, ο Ελύτης, ο Εμπειρίκος κι εγώ. Ο πατέρας μου έλεγε ότι είμαι τσαπατσούλα και δεν ξέρει αν έχω ταλέντο, πάντως ότι δεν τον σέβομαι.
Και ο διάλογος: «Εμπειρίκος: Μαρίνα πότε θα μας δείξεις μερικά έργα σου; Μαρίνα: Δεν πρόκειται να τα δείξω. Μ. Καραγάτσης: Δεν τα δείχνει. Εμπειρίκος: Έχω την εντύπωση ότι πήρε απ΄ τη μαμά της το ταλέντο της ζωγραφικής. Και όπως τη γνώρισα στην Άνδρο προ ετών τότε που σε ονόμασα και "ψαράκι", εσχημάτισα την πεποίθηση ότι έχει και ταλέντο συγγραφέως.
Μαρίνα: Μεγάλο ταλέντο.
Μ. Καραγάτσης: Το έργο αυτό έχει ορισμένα προσόντα. Ετόλμησα να της υποδείξω και ορισμένες διορθώσεις. Δεν ξέρω αν μ΄ ακούσει. Μαρίνα: Όχι είχε το θράσος στο τέλος να μου πει ότι θα έρθει να το ξαναγράψει εκείνος».

Ένας χρόνος πέρασε από το τελευταίο βιβλίο

Δράκος στο χιόνι
Οικονόμου Καίτη
Πρώτη έκδοση: 05/05/2009
εκδ Ωκεανίδα

Το νέο μυθιστόρημα της συγγραφέως των επιτυχιών
Ο κήπος με τις μουριές, Το σκουλαρίκι της τύχης και Μου το είπε ένας άγγελος.

Πέρα ψηλά στα βουνά της Ηπείρου υπάρχει μια αλπική λίμνη που λέγεται Δρακολίμνη γιατί ζει εκεί ένας δράκος, προστάτης του βουνού και όλων των αγαθών πλασμάτων. Λίγο πιο χαμηλά, στο Πάπιγκο, γεννήθηκε κάποτε ένα νόθο παιδί, ο Χρήστος, που είχε στην ψυχή του όλα τα χαρίσματα του δράκου: περηφάνια, δύναμη, ευγένεια, μαχητικότητα.


Ο Χρήστος μεγάλωσε στα Γιάννενα κουβαλώντας στους παιδικούς ώμους του το στίγμα του νόθου. Έβλεπε μόνο από μακριά τον πλούσιο πατέρα του και στα δεκατρία του, όταν πέθανε η μάνα του κι έμεινε ορφανός στους πέντε δρόμους, ξύπνησε μέσα του η ψυχή του δράκου για να μπορέσει να επιβιώσει.

Ο Χρήστος πάλεψε μόνος του στη ζωή αλλά όταν ήρθε η επιτυχία και η καταξίωση, μια άδικη κατηγορία τον σημάδεψε μ’ ένα νέο ατιμωτικό στίγμα. Απογοητευμένος από τους ανθρώπους, αποσύρθηκε στο Πάπιγκο να γλείψει τις πληγές του. Κι εκεί, στο άντρο του, εμφανίστηκε μια άγνωστη γυναίκα μες στη χιονοθύελλα κι έκλεψε την καρδιά του δράκου…
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Προσαρμοσμένη αναζήτηση