Ο βραβευμένος με το φετινό Βραβείο Αναγνωστών για το μυθιστόρημα «Ανεμώλια», συγγραφέας Ισίδωρος Ζουργός, ξεφυλλίζει το βιβλίο του και μιλά στο click@Life για τη διάκρισή του.
Το Βραβείο Αναγνωστών διοργανώνεται από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ), σε συνεργασία με την ΕΡΤ και είναι ιδιαίτερο στο είδος του, καθώς οι ίδιοι οι αναγνώστες καλούνται να ψηφίσουν το αγαπημένο ελληνικό μυθιστόρημα της χρονιάς.
Τα «Ανεμώλια» είναι το μυθιστόρημα που υποστήριξαν ένθερμα τόσο οι Λέσχες που συμμετείχαν φέτος, όσο και το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό που έλαβε μέρος στη φετινή ψηφοφορία (2.569 ψήφοι).
Τι σημαίνει για σας η κατάκτηση του βραβείου αναγνωστών;
Ο θεσμός ενός λογοτεχνικού βραβείου, μέσα σε μια εποχή αριθμών, αποτελεί, έτσι κι αλλιώς, νησίδα πολιτισμού και ελπίδας. Είναι ευτύχημα πως στη λίστα των υποψηφίων υπήρχαν και αυτήν τη χρονιά αξιόλογα βιβλία και συγγραφείς με πολύ σημαντικό έργο. Ως αναγνώστης, τους ευχαριστώ.
Η τελική προτίμηση του κόσμου στο βιβλίο μου είναι σαν ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη, που σε προτρέπει να συνεχίσεις. Ευχαριστώ τους αναγνώστες από καρδιάς, όπως και τους ιθύνοντες που μερίμνησαν για άλλη μια φορά, ώστε ο διαγωνισμός αυτός να συνεχίσει να υπάρχει.
Τι εξιστορεί το βιβλίο και πού παραπέμπει ο τίτλος «Ανεμώλια»;
Τα «Ανεμώλια» είναι ένα βιβλίο για την αντρική φιλία και τη φυγή. Μια παρέα παιδικών φίλων δραπετεύει με ένα ιστιοπλοϊκό στην αρχή του καλοκαιριού, αφήνοντας πίσω για πάντα όλη την προηγούμενη ζωή της.
Μέσα από τις περιπέτειες του ταξιδιού, το πικρό χιούμορ, τα απρόοπτα και την παλινδρομική μνήμη του αφηγητή, αναδύεται ο πρόσφατος νεοελληνικός μηδενισμός και η δίνη της χώρας τα τελευταία τριάντα χρόνια.
«Ανεμώλια» στη γλώσσα του Ομήρου είναι τα λόγια του ανέμου, τα μάταια, τα ανώφελα. Σε αυτό το μυθιστόρημα, που το διατρέχει μια συνεχής συνομιλία με τον ομηρικό κόσμο, ανεμώλια είναι η διαφυγή από τον κόσμο της αρσενικής απελπισίας, η απόδραση από την ασφυκτική καθημερινότητα, αλλά και η δίψα για την αναζήτηση της νεότητας κι εκείνης της ομορφιάς που καταλύει τον χρόνο.
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης αυτού του βιβλίου;
Είχα στη διάθεσή μου βιωματικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε ως μαγιά, καθώς έχω την τύχη να είμαι σε καθημερινή επαφή με τους παλιούς μου φίλους. Βέβαια, τα έργα και οι ημέρες των ηρώων στα «Ανεμώλια» έχουν αναπτυχθεί με οδηγό τη συγγραφική μυθοπλασία και η δράση έχει επινοηθεί.
Το βιωματικό υλικό, στο οποίο αναφέρθηκα προηγουμένως, ήταν μόνο ο σπινθήρας της ανάφλεξης, αυτής που είναι απαραίτητη για τη γέννηση του κάθε μυθιστορήματος. Φυσικά, μία επίσης πολύ σημαντική πηγή έμπνευσης, είναι και η μακροχρόνια έλξη και αναγνωστική συνύπαρξη με τον ομηρικό κόσμο, ο οποίος είναι το αρχέτυπο όλης της δυτικής λογοτεχνικής παράδοσης.
Είναι ένα βιβλίο, το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί «αντρικό»;
Στη λογοτεχνία δεν νομίζω πως υπάρχουν βιβλία αντρικά και γυναικεία. Στην τέχνη, όλους μπορούν να τους ενδιαφέρουν όλα. Θα μπορούσε, όμως, να υπάρχει αντρική και γυναικεία οπτική πάνω στο ίδιο θέμα. Τα «Ανεμώλια» είναι κυρίως μια αντρική ματιά σε θέματα που ενδιαφέρουν όλους τους ανθρώπους, όπως η φυγή, η αντοχή των διαπροσωπικών σχέσεων, η αποδοχή της φθοράς και του θανάτου και άλλα.
Το εσωτερικό σας ταξίδι, κατά τη διάρκεια μετουσίωσης αυτής της δημιουργίας, είχε συγκεκριμένο προορισμό;
Νομίζω ναι, αν και συμβαίνει πολλές φορές, στη διάρκεια της συγγραφής ενός βιβλίου, ο στόχος, ο προορισμός όπως το είπατε, να θαμπώνει. Στα «Ανεμώλια» πάντως, οι χάρτες και η πυξίδα είχαν εξαρχής δείξει την πορεία, νομίζω πολύ πιο έγκαιρα και καθαρά από ότι σε προηγούμενα βιβλία μου.
Η φυγή των ηρώων του «Ανεμώλια» συμβολίζει -κατά κάποιον τρόπο- τη γενικότερη τάση φυγής, η οποία διακατέχει όλους εμάς που βιώνουμε την τραγική πολιτικοοικονομική πραγματικότητα της σημερινής Ελλάδας;
Σχετίζεται φυσικά, αλλά δεν οφείλεται αποκλειστικά σε αυτήν. Αν δεν είχαμε αυτήν την κρίση, πιστεύω πως οι ήρωες θα έφευγαν και πάλι, όχι όμως με τόσο ακραίες συμπεριφορές και ούτε τόσο εναγώνια. Θα έφευγαν πάντως, γιατί η παρόρμηση για εσωτερική ανακαίνιση του εαυτού, όπως και η νοσταλγία της χαμένης νεότητας και αθωότητας, είναι διαχρονικά φαινόμενα του ανθρώπινου βίου.
Θεωρείτε πως τα βιβλία, ως μέσο επιμόρφωσης και ψυχαγωγίας, έχουν τη θέση που τους αρμόζει στη λίστα προτιμήσεων του ελληνικού κοινού;
Τα τελευταία χρόνια γίνεται ένας πολύ μεγάλος αγώνας -από φορείς και πρόσωπα- για τη σχέση των Ελλήνων με τα βιβλία. Νομίζω πως θα ήταν πολύ άδικο να μην το αναγνωρίζαμε αυτό. Ο δρόμος όμως είναι ακόμα μακρύς, μην ξεχνάτε πως είμαστε η χώρα με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση σε όλη την Ευρώπη.
Αν προσθέσει κανείς και την ολοένα και πιο έντονη παρουσία του διαδικτύου, τότε το στοίχημα της φιλαναγνωσίας φαίνεται ακόμη πιο περίπλοκο. Νομίζω πως όλοι οι δημιουργοί θα πρέπει να θυμίζουν, με κάθε ευκαιρία, πως ένα βιβλίο είναι σώμα. Έχουμε μαζί του σχέση σχεδόν ερωτική, κάτι που δεν μπορεί να γίνει με την οθόνη. Βλέπετε οι οθόνες δεν μυρίζουν. Το βιβλίο είναι κάτι ζωντανό που γερνάει -και αυτό, όπως εμείς- και αγωνίζεται ενάντια στη φθορά.
Με την ιδιότητα του δασκάλου και γνωρίζοντας την κατάσταση εκ των έσω, αν αναλαμβάνατε το Υπουργείο Παιδείας, ποιες μεταρρυθμίσεις θα είχαν επείγουσα προτεραιότητα για σας;
Αν είχα προτάσεις για μεταρρυθμίσεις, θα έπρεπε -πριν από την προσπάθεια εφαρμογής τους- να είχα πείσει τους πάντες για μια πραγματική προτεραιότητα της εκπαίδευσης, έναντι όλων των άλλων. Αν δεν υπάρξει πραγματικά μια ισχυρή πολιτική βούληση για στήριξη της παιδείας και όχι όλα αυτά τα πυροτεχνήματα που ακούμε για δεκαετίες τώρα, τίποτε δεν μπορεί να είναι ουσιαστικά γόνιμο.
Ξέρετε, τα αποτελέσματα μιας συστηματικής εκπαιδευτικής πολιτικής πάνε σε βάθος χρόνου, πράγμα που για το συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα αποτελεί πρόβλημα, καθώς αυτό ενδιαφέρεται να εξαργυρώνει άμεσα και γρήγορα την κάθε λαϊκή ευαρέσκεια.
Ποια είναι η απαράβατη αρχή σας;
Το ότι είναι απαραίτητο οι άνθρωποι να έχουν αρχές είτε με ελαστικό είτε με ανελαστικό τρόπο. Ο καθένας καταλαβαίνει από τις περιστάσεις το πως, και ξέρει για τον εαυτό του καλύτερα… Και κάτι ακόμα, να μην τις εξομολογούνται εύκολα, γιατί πάντα καραδοκεί η πιθανότητα να εκλαμβάνονται ως ηθικολογία και να ευτελίζονται.
Πληροφορίες: «Ανεμώλια» του Ισίδωρου Ζουργού από τις εκδόσεις Πατάκη.
ΓΙΩΡΓΟΣ Σ. ΚΟΥΛΟΥΒΑΡΗΣ
Το Βραβείο Αναγνωστών διοργανώνεται από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ), σε συνεργασία με την ΕΡΤ και είναι ιδιαίτερο στο είδος του, καθώς οι ίδιοι οι αναγνώστες καλούνται να ψηφίσουν το αγαπημένο ελληνικό μυθιστόρημα της χρονιάς.
Τα «Ανεμώλια» είναι το μυθιστόρημα που υποστήριξαν ένθερμα τόσο οι Λέσχες που συμμετείχαν φέτος, όσο και το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό που έλαβε μέρος στη φετινή ψηφοφορία (2.569 ψήφοι).
Τι σημαίνει για σας η κατάκτηση του βραβείου αναγνωστών;
Ο θεσμός ενός λογοτεχνικού βραβείου, μέσα σε μια εποχή αριθμών, αποτελεί, έτσι κι αλλιώς, νησίδα πολιτισμού και ελπίδας. Είναι ευτύχημα πως στη λίστα των υποψηφίων υπήρχαν και αυτήν τη χρονιά αξιόλογα βιβλία και συγγραφείς με πολύ σημαντικό έργο. Ως αναγνώστης, τους ευχαριστώ.
Η τελική προτίμηση του κόσμου στο βιβλίο μου είναι σαν ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη, που σε προτρέπει να συνεχίσεις. Ευχαριστώ τους αναγνώστες από καρδιάς, όπως και τους ιθύνοντες που μερίμνησαν για άλλη μια φορά, ώστε ο διαγωνισμός αυτός να συνεχίσει να υπάρχει.
Τι εξιστορεί το βιβλίο και πού παραπέμπει ο τίτλος «Ανεμώλια»;
Τα «Ανεμώλια» είναι ένα βιβλίο για την αντρική φιλία και τη φυγή. Μια παρέα παιδικών φίλων δραπετεύει με ένα ιστιοπλοϊκό στην αρχή του καλοκαιριού, αφήνοντας πίσω για πάντα όλη την προηγούμενη ζωή της.
Μέσα από τις περιπέτειες του ταξιδιού, το πικρό χιούμορ, τα απρόοπτα και την παλινδρομική μνήμη του αφηγητή, αναδύεται ο πρόσφατος νεοελληνικός μηδενισμός και η δίνη της χώρας τα τελευταία τριάντα χρόνια.
«Ανεμώλια» στη γλώσσα του Ομήρου είναι τα λόγια του ανέμου, τα μάταια, τα ανώφελα. Σε αυτό το μυθιστόρημα, που το διατρέχει μια συνεχής συνομιλία με τον ομηρικό κόσμο, ανεμώλια είναι η διαφυγή από τον κόσμο της αρσενικής απελπισίας, η απόδραση από την ασφυκτική καθημερινότητα, αλλά και η δίψα για την αναζήτηση της νεότητας κι εκείνης της ομορφιάς που καταλύει τον χρόνο.
Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης αυτού του βιβλίου;
Είχα στη διάθεσή μου βιωματικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε ως μαγιά, καθώς έχω την τύχη να είμαι σε καθημερινή επαφή με τους παλιούς μου φίλους. Βέβαια, τα έργα και οι ημέρες των ηρώων στα «Ανεμώλια» έχουν αναπτυχθεί με οδηγό τη συγγραφική μυθοπλασία και η δράση έχει επινοηθεί.
Το βιωματικό υλικό, στο οποίο αναφέρθηκα προηγουμένως, ήταν μόνο ο σπινθήρας της ανάφλεξης, αυτής που είναι απαραίτητη για τη γέννηση του κάθε μυθιστορήματος. Φυσικά, μία επίσης πολύ σημαντική πηγή έμπνευσης, είναι και η μακροχρόνια έλξη και αναγνωστική συνύπαρξη με τον ομηρικό κόσμο, ο οποίος είναι το αρχέτυπο όλης της δυτικής λογοτεχνικής παράδοσης.
Είναι ένα βιβλίο, το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί «αντρικό»;
Στη λογοτεχνία δεν νομίζω πως υπάρχουν βιβλία αντρικά και γυναικεία. Στην τέχνη, όλους μπορούν να τους ενδιαφέρουν όλα. Θα μπορούσε, όμως, να υπάρχει αντρική και γυναικεία οπτική πάνω στο ίδιο θέμα. Τα «Ανεμώλια» είναι κυρίως μια αντρική ματιά σε θέματα που ενδιαφέρουν όλους τους ανθρώπους, όπως η φυγή, η αντοχή των διαπροσωπικών σχέσεων, η αποδοχή της φθοράς και του θανάτου και άλλα.
Το εσωτερικό σας ταξίδι, κατά τη διάρκεια μετουσίωσης αυτής της δημιουργίας, είχε συγκεκριμένο προορισμό;
Νομίζω ναι, αν και συμβαίνει πολλές φορές, στη διάρκεια της συγγραφής ενός βιβλίου, ο στόχος, ο προορισμός όπως το είπατε, να θαμπώνει. Στα «Ανεμώλια» πάντως, οι χάρτες και η πυξίδα είχαν εξαρχής δείξει την πορεία, νομίζω πολύ πιο έγκαιρα και καθαρά από ότι σε προηγούμενα βιβλία μου.
Η φυγή των ηρώων του «Ανεμώλια» συμβολίζει -κατά κάποιον τρόπο- τη γενικότερη τάση φυγής, η οποία διακατέχει όλους εμάς που βιώνουμε την τραγική πολιτικοοικονομική πραγματικότητα της σημερινής Ελλάδας;
Σχετίζεται φυσικά, αλλά δεν οφείλεται αποκλειστικά σε αυτήν. Αν δεν είχαμε αυτήν την κρίση, πιστεύω πως οι ήρωες θα έφευγαν και πάλι, όχι όμως με τόσο ακραίες συμπεριφορές και ούτε τόσο εναγώνια. Θα έφευγαν πάντως, γιατί η παρόρμηση για εσωτερική ανακαίνιση του εαυτού, όπως και η νοσταλγία της χαμένης νεότητας και αθωότητας, είναι διαχρονικά φαινόμενα του ανθρώπινου βίου.
Θεωρείτε πως τα βιβλία, ως μέσο επιμόρφωσης και ψυχαγωγίας, έχουν τη θέση που τους αρμόζει στη λίστα προτιμήσεων του ελληνικού κοινού;
Τα τελευταία χρόνια γίνεται ένας πολύ μεγάλος αγώνας -από φορείς και πρόσωπα- για τη σχέση των Ελλήνων με τα βιβλία. Νομίζω πως θα ήταν πολύ άδικο να μην το αναγνωρίζαμε αυτό. Ο δρόμος όμως είναι ακόμα μακρύς, μην ξεχνάτε πως είμαστε η χώρα με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση σε όλη την Ευρώπη.
Αν προσθέσει κανείς και την ολοένα και πιο έντονη παρουσία του διαδικτύου, τότε το στοίχημα της φιλαναγνωσίας φαίνεται ακόμη πιο περίπλοκο. Νομίζω πως όλοι οι δημιουργοί θα πρέπει να θυμίζουν, με κάθε ευκαιρία, πως ένα βιβλίο είναι σώμα. Έχουμε μαζί του σχέση σχεδόν ερωτική, κάτι που δεν μπορεί να γίνει με την οθόνη. Βλέπετε οι οθόνες δεν μυρίζουν. Το βιβλίο είναι κάτι ζωντανό που γερνάει -και αυτό, όπως εμείς- και αγωνίζεται ενάντια στη φθορά.
Με την ιδιότητα του δασκάλου και γνωρίζοντας την κατάσταση εκ των έσω, αν αναλαμβάνατε το Υπουργείο Παιδείας, ποιες μεταρρυθμίσεις θα είχαν επείγουσα προτεραιότητα για σας;
Αν είχα προτάσεις για μεταρρυθμίσεις, θα έπρεπε -πριν από την προσπάθεια εφαρμογής τους- να είχα πείσει τους πάντες για μια πραγματική προτεραιότητα της εκπαίδευσης, έναντι όλων των άλλων. Αν δεν υπάρξει πραγματικά μια ισχυρή πολιτική βούληση για στήριξη της παιδείας και όχι όλα αυτά τα πυροτεχνήματα που ακούμε για δεκαετίες τώρα, τίποτε δεν μπορεί να είναι ουσιαστικά γόνιμο.
Ξέρετε, τα αποτελέσματα μιας συστηματικής εκπαιδευτικής πολιτικής πάνε σε βάθος χρόνου, πράγμα που για το συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα αποτελεί πρόβλημα, καθώς αυτό ενδιαφέρεται να εξαργυρώνει άμεσα και γρήγορα την κάθε λαϊκή ευαρέσκεια.
Ποια είναι η απαράβατη αρχή σας;
Το ότι είναι απαραίτητο οι άνθρωποι να έχουν αρχές είτε με ελαστικό είτε με ανελαστικό τρόπο. Ο καθένας καταλαβαίνει από τις περιστάσεις το πως, και ξέρει για τον εαυτό του καλύτερα… Και κάτι ακόμα, να μην τις εξομολογούνται εύκολα, γιατί πάντα καραδοκεί η πιθανότητα να εκλαμβάνονται ως ηθικολογία και να ευτελίζονται.
Πληροφορίες: «Ανεμώλια» του Ισίδωρου Ζουργού από τις εκδόσεις Πατάκη.
ΓΙΩΡΓΟΣ Σ. ΚΟΥΛΟΥΒΑΡΗΣ