Η ΣΧΕΔΙΑ
Μιχάλης Μοδινός
Εκδ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Το ναυάγιο της ανθρώπινης αβελτηρίας
Τον Ιούνιο του 1816, ένα βασιλικό πλοίο, με τη συνοδεία μικρότερων σκαφών, απέπλευσε από τη Γαλλία μεταφέροντας κρατικούς αξιωματούχους και επιστήμονες, με προορισμό τη Σενεγάλη όπου θα δημιουργούσαν τις υποδομές για την ανάπτυξη αυτής της γαλλικής αποικίας, Λίγες εβδομάδες μετά τον απόπλου κι ενώ περιέπλεε κοντά στις αφρικανικές ακτές, το πλοίο, η «Μέδουσα», προσάραξε σε ύφαλο και δόθηκε διαταγή εγκατάλειψής του. Οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι επιβιβάστηκαν σε λέμβους που προπορεύθηκαν ακολουθούμενοι από μια ξύλινη σχεδία στην οποία επέβαιναν σχεδόν διακόσιοι άνθρωποι, κυρίως χαμηλόβαθμοι αξιωματούχοι και πλήρωμα, καθώς και ορισμένοι φιλοξενούμενοι. Η σχεδία συρόταν με σκοινιά από τις λέμβους που κάποια στιγμή, σκόπιμα ή από τον άνεμο, κόπηκαν. Για περίπου τέσσερις μέρες πάνω στη σχεδία διεξήχθη ένας αγώνας επιβίωσης που έφθασε μέχρι τον κανιβαλισμό. Πολλοί από τους επιβαίνοντες σκοτώθηκαν ή πέθαναν από τη δίψα, τα τραύματα και τις αρρώστιες. Καμιά εικοσαριά επέζησαν και τελικά διασώθηκαν από ένα περιπλέον πλοίο. Το ιστορικό αυτό γεγονός απεικονίζεται σε έναν πίνακα του ζωγράφου Τεοντόρ Ζερικό που ολοκληρώθηκε το 1819 και εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου.
Ο Μιχάλης Μοδινός επινοεί μια ιστορία που εξιστορεί τις ωδίνες της γέννησης του έργου «Σκηνή ναυαγίου», στο εργαστήρι του Ζερικό στη Μονμάρτρη. Κύριο πρόσωπο είναι η κ. Ζεπαρντιέ, επιζήσασα του αρχικού ναυαγίου, η οποία, με παράκληση του ζωγράφου, του αφηγείται όσα συνέβησαν πάνω στο «Μέδουσα», που έζησε η ίδια, και όσα της διηγήθηκε ο υπηρέτης της, ένας από τους επιζήσαντες της σχεδίας. Παράλληλα, παρακολουθούμε την προσπάθεια του ζωγράφου να διεξέλθει τους διάφορους τρόπους και τις τεχνικές έκφρασης, αλλά και το δρόμο μέσ’ από τον οποίο καταλήγει να αποδώσει, ή να ερμηνεύσει, αυτά που συνέβησαν πάνω στη σχεδία και να τους δώσει ένα υπερτοπικό και διαχρονικό νόημα.
Μέσ’ από την εξιστόρηση αναδύεται η μικρόνοια, η φαυλότητα αλλά και η ανικανότητα των αξιωματούχων και των πολιτικών. Κι ενώ, έπειτα από ένα τέτοιο δυστύχημα, η κοινή γνώμη ζητεί επιτακτικά την απόδοση ευθυνών, σπανίως αποδίδεται δικαιοσύνη. Έτσι και με το ναυάγιο της «Μέδουσας». Ο Μοδινός κινείται με άνεση μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής την οποία μελέτησε, αν και ίσως να μην εμβαθύνει αρκετά στις αιτίες που προκάλεσαν το ναυάγιο και στον αντίκτυπό του. Όμως η επιλογή από μέρους του μιας συγκεκριμένης ερμηνείας και προέκτασης του νοήματος του πίνακα, μας αποζημιώνει ως αναγνώστες, για την όποια επιφανειακότητα της γραφής και μας δίνει το ερέθισμα να στοχαστούμε πάνω στις σύγχρονες τραγωδίες που προκαλούνται από πολιτικές και επιχειρηματικές αβελτηρίες, για να μην πούμε τίποτα χειρότερο.
Η αφηγηματική δεινότητα του τοπογράφου-συγγραφέα, που από το 2005 στράφηκε οριστικά στη λογοτεχνία και την κριτική της, και η ικανότητά του να μετουσιώνει την επιστημονική του γνώση σε ευφάνταστες λογοτεχνικές περιγραφές, είναι εν πολλοίς δεδομένη. Αυτό που είναι, κατά την άποψη της υπογράφουσας, πιο ενδιαφέρον σε αυτό το μυθιστόρημα είναι η τεχνική του. Παρεμβάλλοντας ανάμεσα στο έργο και το δημιουργό του ή ανάμεσα στο έργο και στον τελικό αποδέκτη του, το θεατή, ένα τρίτο πρόσωπο, την κ. Ζερικό, που δεν είναι ούτε ζωγράφος ούτε συγγραφέας ούτε καν επιζήσασα της σχεδίας, δημιουργεί μια αν μη τι άλλο πρωτότυπη γέφυρα ανάμεσα στη ζωγραφική και τη λογοτεχνία, έτσι ώστε η «Σκηνή ναυαγίου» να γίνεται ταυτόχρονα ένα ζωγραφικό και λογοτεχνικό έργο που το παρακολουθούμε εν τη γενέσει του.
Βασιλική Χρίστη
Μιχάλης Μοδινός
Εκδ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Το ναυάγιο της ανθρώπινης αβελτηρίας
Τον Ιούνιο του 1816, ένα βασιλικό πλοίο, με τη συνοδεία μικρότερων σκαφών, απέπλευσε από τη Γαλλία μεταφέροντας κρατικούς αξιωματούχους και επιστήμονες, με προορισμό τη Σενεγάλη όπου θα δημιουργούσαν τις υποδομές για την ανάπτυξη αυτής της γαλλικής αποικίας, Λίγες εβδομάδες μετά τον απόπλου κι ενώ περιέπλεε κοντά στις αφρικανικές ακτές, το πλοίο, η «Μέδουσα», προσάραξε σε ύφαλο και δόθηκε διαταγή εγκατάλειψής του. Οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι επιβιβάστηκαν σε λέμβους που προπορεύθηκαν ακολουθούμενοι από μια ξύλινη σχεδία στην οποία επέβαιναν σχεδόν διακόσιοι άνθρωποι, κυρίως χαμηλόβαθμοι αξιωματούχοι και πλήρωμα, καθώς και ορισμένοι φιλοξενούμενοι. Η σχεδία συρόταν με σκοινιά από τις λέμβους που κάποια στιγμή, σκόπιμα ή από τον άνεμο, κόπηκαν. Για περίπου τέσσερις μέρες πάνω στη σχεδία διεξήχθη ένας αγώνας επιβίωσης που έφθασε μέχρι τον κανιβαλισμό. Πολλοί από τους επιβαίνοντες σκοτώθηκαν ή πέθαναν από τη δίψα, τα τραύματα και τις αρρώστιες. Καμιά εικοσαριά επέζησαν και τελικά διασώθηκαν από ένα περιπλέον πλοίο. Το ιστορικό αυτό γεγονός απεικονίζεται σε έναν πίνακα του ζωγράφου Τεοντόρ Ζερικό που ολοκληρώθηκε το 1819 και εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου.
Ο Μιχάλης Μοδινός επινοεί μια ιστορία που εξιστορεί τις ωδίνες της γέννησης του έργου «Σκηνή ναυαγίου», στο εργαστήρι του Ζερικό στη Μονμάρτρη. Κύριο πρόσωπο είναι η κ. Ζεπαρντιέ, επιζήσασα του αρχικού ναυαγίου, η οποία, με παράκληση του ζωγράφου, του αφηγείται όσα συνέβησαν πάνω στο «Μέδουσα», που έζησε η ίδια, και όσα της διηγήθηκε ο υπηρέτης της, ένας από τους επιζήσαντες της σχεδίας. Παράλληλα, παρακολουθούμε την προσπάθεια του ζωγράφου να διεξέλθει τους διάφορους τρόπους και τις τεχνικές έκφρασης, αλλά και το δρόμο μέσ’ από τον οποίο καταλήγει να αποδώσει, ή να ερμηνεύσει, αυτά που συνέβησαν πάνω στη σχεδία και να τους δώσει ένα υπερτοπικό και διαχρονικό νόημα.
Μέσ’ από την εξιστόρηση αναδύεται η μικρόνοια, η φαυλότητα αλλά και η ανικανότητα των αξιωματούχων και των πολιτικών. Κι ενώ, έπειτα από ένα τέτοιο δυστύχημα, η κοινή γνώμη ζητεί επιτακτικά την απόδοση ευθυνών, σπανίως αποδίδεται δικαιοσύνη. Έτσι και με το ναυάγιο της «Μέδουσας». Ο Μοδινός κινείται με άνεση μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής την οποία μελέτησε, αν και ίσως να μην εμβαθύνει αρκετά στις αιτίες που προκάλεσαν το ναυάγιο και στον αντίκτυπό του. Όμως η επιλογή από μέρους του μιας συγκεκριμένης ερμηνείας και προέκτασης του νοήματος του πίνακα, μας αποζημιώνει ως αναγνώστες, για την όποια επιφανειακότητα της γραφής και μας δίνει το ερέθισμα να στοχαστούμε πάνω στις σύγχρονες τραγωδίες που προκαλούνται από πολιτικές και επιχειρηματικές αβελτηρίες, για να μην πούμε τίποτα χειρότερο.
Η αφηγηματική δεινότητα του τοπογράφου-συγγραφέα, που από το 2005 στράφηκε οριστικά στη λογοτεχνία και την κριτική της, και η ικανότητά του να μετουσιώνει την επιστημονική του γνώση σε ευφάνταστες λογοτεχνικές περιγραφές, είναι εν πολλοίς δεδομένη. Αυτό που είναι, κατά την άποψη της υπογράφουσας, πιο ενδιαφέρον σε αυτό το μυθιστόρημα είναι η τεχνική του. Παρεμβάλλοντας ανάμεσα στο έργο και το δημιουργό του ή ανάμεσα στο έργο και στον τελικό αποδέκτη του, το θεατή, ένα τρίτο πρόσωπο, την κ. Ζερικό, που δεν είναι ούτε ζωγράφος ούτε συγγραφέας ούτε καν επιζήσασα της σχεδίας, δημιουργεί μια αν μη τι άλλο πρωτότυπη γέφυρα ανάμεσα στη ζωγραφική και τη λογοτεχνία, έτσι ώστε η «Σκηνή ναυαγίου» να γίνεται ταυτόχρονα ένα ζωγραφικό και λογοτεχνικό έργο που το παρακολουθούμε εν τη γενέσει του.
Βασιλική Χρίστη