Σάββατο 24 Ιουλίου 2010

Δύο κριτικές για «Το ατύχημα» του Ισμαήλ Κανταρέ στη Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας

Ισμαήλ Κανταρέ
Το ατύχημα
Μυθιστόρημα,
μτφρ. από τα αλβανικά: Τηλέμαχος Κώτσιας,
επιμέλεια: Λιάνα Καρπούζη,
εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα

Σε ηλικία 74 ετών, ο διεθνώς αναγνωρισμένος Αλβανός συγγραφέας Ισμαήλ Κανταρέ συνθέτει ένα μυθοπλαστικό σύνολο αρχετυπικών διαστάσεων, όπου τα λογοτεχνικά είδη συμπλέκουν και συλλειτουργούν. Ο συγγραφέας αποδίδει αριστοτεχνικά το ίδιον της ανθρώπινης φύσης, τον ατομικισμό και την έμφυτη ροπή προς την υλική και ανθρώπινη κατάκτηση• αποδομεί και ανασυνθέτει ένστικτα μυθικά, αρχέγονα και θελκτικά, που ονομάστηκαν εν είδει σύνοψης ερωτικό πάθος.

Η ιστορία του έργου, απλή και ταυτόχρονα σιβυλλική, αναπτύσσει την αστυνομική έρευνα ενός τροχαίου δυστυχήματος, όπου το ανεκπλήρωτο φιλί δύο εραστών στο πίσω κάθισμα ενός ταξί, έμελλε να σημάνει τον ακροτελεύτιο χαιρετισμό τους. Η έρευνα για τα αίτια του δυστυχήματος εστιάζει εξαρχής στην αινιγματική προσπάθεια και την αδυναμία των δύο εραστών να ανταλλάξουν ένα φιλί, γεγονός που γεννά πληθώρα σεναρίων. Ο οδηγός, ο μόνος επιζών, χάνει τον έλεγχο του οχήματος εξαιτίας της έντασης που αντίκρισε στα βλέμματα των δύο εραστών ή κάποιας άλλης απόκρυφης αιτίας, που αδυνατεί να προσδιορίσει ή να αποκαλύψει τελικά ο ανώνυμος αφηγητής και ο «επώνυμος» αστυνομικός που αναλαμβάνει κατά διαστήματα τον συγκεκριμένο λογοτεχνικό ρόλο.

Ο επιθεωρητής του έργου ερευνά φαινομενικά μια αστυνομική υπόθεση, αλλά στην ουσία αποτελεί έναν φιλόσοφο που αναδιφά στη φύση του έρωτα, στις απαρχές και στις εκφάνσεις του. Ο ερευνητής διερωτάται αν υπάρχει ο έρωτας ή αν αποτελεί μια νοσηρή και ιριδίζουσα κατάσταση, αν στέκεται στη σφαίρα του ιδεατού και προσδιορίζεται ως αξία φιλοσοφική ή αναλύεται αιτιοκρατικά, σαν ένα παιχνίδι θύτη και θύματος, εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, που φέρει έντονα τις έννοιες της κατάκτησης και της κυριαρχίας. Η συγκεκριμένη διαλεκτική προσέγγιση αποτελεί τον πυρήνατου έργου και εκφράζεται συνοπτικά από την αμφιβολία που φαίνεται να έχει ο αστυνομικός ως προς τη δομή και το ύφος της συντασσόμενης αναφοράς του.

Μερικές φορές σκεφτόταν πως ίσως θα τα κατάφερνε καλύτερα αν διαιρούσε το χρονικό σε μέρες ή σε μήνες, και άλλες φορές, σε πράξεις ή σε ραψωδίες, όπως τα αρχαία έπη.

Ο συγγραφέας δηλαδή, η μορφή του οποίου αντανακλά εν πολλοίς στον χαρακτήρα του αστυνομικού επιθεωρητή, τίθεται μετέωρος σε ένα διαλεκτικό δίστρατο, όπου η ιδεατή-ποιητική διάσταση του έρωτα διαχωρίζεται από την αντίστοιχη αιτιοκρατική, ιδιοτελή και γήινη, από την οποία απομυθοποιείται.

Ο Κανταρέ αν και συνεξετάζει το δισυπόστατο του έρωτα, φαίνεται να εστιάζει στη δεσποτική και αιτιοκρατική του διάσταση. Οι πολιτικές του αναφορές και τα σχόλια περί γιουγκοσλαβικού εμφυλίου θεωρούμε ότι σχετίζονται με την κατακτητική φύση και τα παιχνίδια «εξουσίας» που διέπουν τόσο τις ερωτικές σχέσεις όσο και τους πολιτικούς συσχετισμούς. Ο συγγραφέας δεν αποσκοπεί στην κοινοποίηση των πολιτικών του πεποιθήσεων αλλά στην προβολή του ανθρωπισμού και του φιλειρηνισμού. Η πολιτική στο παρόν μυθιστόρημα αποτελεί ουσιαστικά μια απτή σύνοψη της άυλης ψυχοπαθολογίας του έρωτα. Στα όνειρά του ο πρωταγωνιστής ενδύεται και απεκδύεται μαγικά ρόλους πολιτικών ηγετών και εραστών, ταξιδεύοντας σουρεαλιστικά σε ανάλογους σκηνικούς χώρους, καταδεικνύοντας τον ρόλο του υποσυνείδητου στον έρωτα, τη συμβολική του αντιστοιχία με την πολιτική και τον πόλεμο, καθώς επίσης και τους άλογους ψυχοπαθολογικούς μηχανισμούς που καθορίζουν το ερωτικό πάθος.

Τα σενάρια που εξετάζει ο αστυνομικός -κλασικό μοτίβο της αστυνομικής λογοτεχνίας- ακυρώνονται από την αλληλοδιαδοχή τους, γεγονός που αναδεικνύει ταυτόχρονα τις δαιδαλώδεις διαδρομές του ερωτικού πάθους, το άγνωστο και ερεβώδες που έλκει τους τραγικούς εραστές. Η λογική και το παράλογο συμπλέουν στο «ατύχημα» και ενσπείρουν στον αναγνώστη μια συνεχή αίσθηση αμφιβολίας όσον αφορά τα σημεία ταύτισης και διαχωρισμού τους. Η κατηγορηματική αποδοχή ή απόρριψη του παραλόγου φαίνεται αδύνατη, καθώς η μεν πρώτη αποδίδεται στη μεταφυσική διάσταση του έργου, η δε άλλη στην ψυχοπαθολογία των πρωταγωνιστών. Ο αναγνώστης αδυνατεί να θέσει τις ασφαλιστικές δικλίδες που απομονώνουν τη λογική από την παραφροσύνη, παραμένοντας μετέωρος στη θέα των δυσδιάκριτων ορίων τους, γεγονός που μας θυμίζει έντονα το κινηματογραφικό έργο των «γαλλοαναθρεμμένων» Πολωνών, Αντρέι Ζουλάφσκι και Ρομάν Πολάνσκι.

Στις τελευταίες σελίδες του μυθιστορήματος, ο Κανταρέ φωτίζει το αινιγματικό μυστήριο του «ατυχήματος», ενώ ταυτόχρονα, και μέσω μιας σπειροειδούς πορείας, το εκτοξεύει στο φιλοσοφικό άπειρο.

Γιάννης Ε. Στάμος, Ελευθεροτυπία, Βιβλιοθήκη, 10.7.2010

* * *

Ένα ταξί πέφτει σε έναν γκρεμό στην Αυστρία, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν οι δύο εραστές τους οποίους μεταφέρει. Ο οδηγός καταφέρνει να μη σκοτωθεί, αλλά δεν είναι σε θέση να εξηγήσει τις συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη το δυστύχημα.
Στην υπόθεση του δυστυχήματος εμπλέκονται αμέσως οι μυστικές υπηρεσίες της Σερβίας και της Αλβανίας, αλλά οι ερευνητές πέφτουν σε πολλαπλό αδιέξοδο.

Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει πώς οδηγήθηκαν στον θάνατο ένας πολιτικός αναλυτής με διεθνή καριέρα και μια μοιραία γυναίκα με υψηλές γνωριμίες.

Ο Ισμαήλ Κανταρέ γράφει ένα μυθιστόρημα με αναπτυγμένο το στοιχείο της αστυνομικής και της πολιτικής ίντριγκας, αλλά το βλέμμα του μοιάζει να προσηλώνεται στο ερωτικό περιεχόμενο του έργου του και στην υπαρξιακή μοίρα των ηρώων του.

Η αφήγηση του Κανταρέ παίζει διαρκώς με τον ορίζοντα προσδοκίας του αναγνώστη (κάτι που διαθέτουν και τα αμιγώς πολιτικά του μυθιστορήματα) και το βιβλίο διαβάζεται μέχρι την τελευταία σελίδα του απνευστί.

Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, Βιβλιοθήκη, 10.7.2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Προσαρμοσμένη αναζήτηση