H Βικτόρια Χίσλοπ στη Σπιναλόγκα. Φωτογραφία: Μαρία Χουρλάκη
Η τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου καθηλώνει κάθε εβδομάδα χιλιάδες τηλεθεατές μπροστά στους τηλεοπτικούς δέκτες. Η Βικτόρια Χίσλοπ, η διάσημη πλέον συγγραφέας που έγραψε «Το Νησί», μιλά αποκλειστικά στο click@life για το βιβλίο-φαινόμενο που αποτελεί το τηλεοπτικό γεγονός της χρονιάς.
Η Βικτόρια Χίσλοπ έγραφε ταξιδιωτικά άρθρα και είχε γυρίσει όλο τον κόσμο. Όταν έφτασε όμως στη Σπιναλόγκα της Κρήτης, ένιωσε να μαγνητίζεται από την περίεργη ατμόσφαιρα μιας περιοχής που λειτουργούσε στο παρελθόν ως τόπος απομόνωσης των λεπρών. Έτσι προέκυψε το «Νησί» (εκδ. Διόπτρα), ένα διεθνές μπεστ σέλερ που έχει ξεπεράσει τα δύο εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο.
Με αφετηρία την ιστορία μιας οικογένειας που δοκιμάζεται από το στίγμα της ασθένειας του Χάνσεν, η Χίσλοπ έριξε φως στην οργανωμένη κοινότητα της Σπιναλόγκας που αποτελούνταν από ανθρώπους με σπάνιο ψυχικό σθένος και αξιοπρέπεια. Η διάσημη συγγραφέας, δουλεύει ήδη το τρίτο μυθιστόρημά της, αλλά βρήκε λίγο χρόνο για να απαντήσει στις ερωτήσεις μας. Είναι πραγματικά ενθουσιασμένη από την τηλεοπτική μεταφορά του μυθιστορήματός της στο Mega και μας εξηγεί για ποιους λόγους την κέρδισαν πρώτοι οι Έλληνες συντελεστές της σειράς και όχι το... Χόλυγουντ.
«Το Νησί» που ήδη ξεκίνησε να προβάλλεται στο Mega βασίζεται στο μυθιστόρημά σας. Είχατε κάποια συμμετοχή στην όλη διαδικασία; Για παράδειγμα, διαβάσατε το σενάριο ή συναντηθήκατε με την Μιρέλα Παπαοικονόμου;
Ναι, είχα μεγάλη συμμετοχή σε όλη τη διαδικασία. Πριν ξεκινήσουμε να δουλεύουμε στο σίριαλ, το Μega συμφώνησε ότι θα μπορούσα να δίνω τη συγκατάθεσή μου στο κάστινγκ και στο σενάριο, οπότε ενεπλάκην σε όλα τα στάδια. Εγώ και η Μιρέλλα συναντηθήκαμε αρκετές φορές στην Αθήνα και την Κρήτη και μου έστελνε τα σενάρια ώστε να κάνω τις δικές μου παρατηρήσεις. Πολλές φορές έκλαιγα όταν διάβαζα τις σκηνές, παρότι γνώριζα την ιστορία! Νομίζω ότι άφησε να φανεί πολύ συναίσθημα και «χρώμα». Ακόμη και οι αναγνώστες που έχουν διαβάσει το βιβλίο θα διαπιστώσουν ότι έχει προστεθεί περισσότερο δράμα και σασπένς.
Το βιβλίο σας θα μπορούσε να γίνει και μια πετυχημένη ταινία. Είχατε προτάσεις από άλλους σκηνοθέτες;
Ναι , είχα αρκετές προτάσεις από σκηνοθέτες του κινηματογράφου, αλλά καμία δεν μου φαινόταν η κατάλληλη. Δεν έχει να κάνει με τα χρήματα-είχα μια πολύ γενναιόδωρη οικονομική προσφορά από έναν παραγωγό στις ΗΠΑ- αλλά ήμουν αβέβαιη για το πώς θα ήταν το τελικό αποτέλεσμα. Με την τηλεοπτική μεταφορά του Mega, το κοινό βλέπει μια ωραία, αυθεντική εκδοχή που πιθανώς δεν θα μπορούσε να του την προσφέρει το Χόλυγουντ. Ποιος ξέρει όμως-ίσως μπορεί να γυριστεί και μια κινηματογραφική μεταφορά του (δεν έχω πουλήσει ακόμα τα δικαιώματα για μια ταινία)-και το Χόλυγουντ να πρέπει να φτάσει στα άστρα για να δημιουργήσει κάτι που να ταιριάζει με την παραγωγή του Mega.
Ποια ήταν η αντίδρασή σας, όταν σας πρότειναν για πρώτη φορά από το Mega να γίνει μια τηλεοπτική σειρά βασισμένη στο βιβλίο σας;
To ένστικτό μου έλεγε ότι ήταν σοβαροί, όταν υποστήριζαν ότι ήθελαν να κάνουν κάτι ποιοτικό και ότι ήταν αφοσιωμένοι στην ιδέα. Βεβαιώθηκα απολύτως όταν μου σύστησαν τον σκηνοθέτη, το Θοδωρή Παπαδουλάκη, ο οποίος είναι Κρητικός και υπερβολικά ταλαντούχος.
Θα προτιμούσατε το βιβλίο σας να γίνει τηλεοπτική σειρά ή ταινία;
Ευτυχώς δεν είναι αυτό που λέμε «είτε το ένα, είτε το άλλο», ίσως εν τέλει να δούμε να συμβαίνουν και τα δύο. Θα ήταν μια μεγάλη αντίθεση-ας πούμε ένα φιλμ 100 λεπτών και ένα τηλεοπτικό σίριαλ 26 επεισοδίων (το οποίο εκτείνεται σε χιλιάδες λεπτά). Οπότε δεν έχω κάποια προτίμηση. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι είμαι απολύτως συγκλονισμένη που γίνεται η παραγωγή του για την ελληνική τηλεόραση. Σε σύγκριση με την ποιότητα της υποκριτικής, της κινηματογραφίας, του ήχου και της μουσικής, των σκηνικών και των κοστουμιών, σε όλη την παραγωγή γενικά, μια ταινία θα έπρεπε να κάνει πολλά για να δικαιώσει τη φήμη της.
Πιστεύετε ότι χάρη στο βιβλίο σας ήρθατε πιο κοντά στην κουλτούρα των ντόπιων κατοίκων στην Κρήτη; Αν ναι, ποια στοιχεία της κουλτούρας τους, σας εντυπωσίασαν περισσότερο;
Βεβαίως και ήρθα πιο κοντά στους Κρητικούς χάρη στο βιβλίο μου. Η Κρήτη έχει μια πολύ ισχυρή κουλτούρα-ιδιαίτερα στο θέμα της φιλοξενίας. Υπάρχει περίσσια γενναιοδωρία εδώ και η τηλεοπτική παραγωγή σίγουρα ωφελήθηκε από αυτό, καθώς η ευγένεια των ντόπιων βοήθησε ώστε να ετοιμαστεί η σειρά. Έδωσαν το χρόνο, το ταλέντο τους αλλά και την άδειά τους να χτιστεί μπροστά από τα σπίτια τους το σκηνικό.
Τι νιώσατε κατά την πρώτη επίσκεψή σας στη Σπιναλόγκα;
Με μια λέξη, ηλεκτρίστηκα. Και ταυτόχρονα ένιωσα έκπληξη. Για μένα η Σπιναλόγκα είναι ένα θαυμάσιο μέρος-και όταν έκανα την πρώτη μου επίσκεψη σε μια πρώην αποικία λεπρών, αυτό ήταν κάτι που δεν το περίμενα. Η ατμόσφαιρα ήταν δυνατή και από την πρώτη μου επίσκεψη, γνώριζα ότι δεν θα ήταν η τελευταία. Επέστρεψα ξανά στο μέρος την επόμενη ημέρα.
Οι κεντρικές ηρωίδες του βιβλίου σας είναι τελείως διαφορετικοί χαρακτήρες. Έχουν κάτι κοινό μεταξύ τους;
Αυτή κι αν ήταν μια προκλητική ερώτηση. Έπρεπε να σηκωθώ να κάνω μερικούς κύκλους στο δωμάτιο και μετά να γυρίσω στο γραφείο μου για να απαντήσω. Νομίζω ότι το μοναδικό κοινό τους στοιχείο είναι ότι είναι αρκετά αληθινές με τον εαυτό τους και ακολουθούν τα ένστικτα και τις επιθυμίες τους. Η Αννα και η Μαρία λειτουργούν και οι δύο με αυτόν τον τρόπο.
Όταν ανακαλύφθηκε η θεραπεία, πολλοί ασθενείς ήταν απρόθυμοι να φύγουν από το νησί. Μπορείτε να εξηγήσετε την αντίδρασή τους;
Συγκριτικά, η Σπιναλόγκα ήταν ένα ασφαλές μέρος για αυτούς. Γνώριζαν ότι ο έξω κόσμος θα είχε πρόβλημα να τους αποδεχτεί, επειδή ήταν στιγματισμένοι από τη λέπρα, ακόμη κι αν δεν ήταν πλέον μολυσμένοι. Στη μυθιστορηματική εκδοχή της Σπιναλόγκας, όπως τη φαντάστηκα, επρόκειτο για μια σφιχτοδεμένη και αλληλέγγυα κοινότητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις το νησί ήταν ένα καλύτερο μέρος για αυτούς από το να έμεναν σε ένα συνηθισμένο χωριό.
Κατά τη διάρκεια της έρευνάς σας για το μυθιστόρημα, γνωριστήκατε με ντόπιους κατοίκους που σας διηγήθηκαν αληθινές ιστορίες από τη Σπιναλόγκα;
Όχι, επειδή εκείνη την περίοδο δεν μπορούσα να πω ούτε λέξη ελληνικά και να επικοινωνήσω με τους ντόπιους.
Με ποιο τρόπο η Βίβλος επηρέασε την εικόνα που έχουμε για την ασθένεια του Χάνσεν;
Πράγματι, η Βίβλος περιγράφει την ασθένεια στην Παλαιά Διαθήκη (Στο Λεβιτικό Κεφάλαιο 13) και πώς μπορεί να διαγνωστεί. Και προτείνει ότι οι άνθρωποι με αυτή την ασθένεια πρέπει να χτυπάνε ένα κουδούνι, ώστε να ξέρουν οι άλλοι ότι πλησιάζουν. Αυτή η εικόνα συνοδεύει την ασθένεια του Χάνσεν ακόμη και σήμερα. Οι άνθρωποι που πάσχουν από αυτή (υπάρχουν ακόμη εκατοντάδες χιλιάδες στην Ινδία και τη Νότια Αμερική) είναι φοβερά στιγματισμένοι και συχνά είναι υποχρεωμένοι να ζουν εκτός της κοινωνίας. Ακόμη και σήμερα, η λέπρα θεωρείται από ορισμένους μια κατάρα εκ θεού, μια τιμωρία για κάποια αμαρτία.
Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκόσμιου Πολέμου παρουσιάζετε τους ανθρώπους στην Σπιναλόγκα να ζουν καλύτερα από τους κατοίκους της Πλάκας. Τι θέλατε να δείξετε με αυτό;
Ήθελα να ενισχύσω την εικόνα της Σπιναλόγκας ως ένα μέρος ασφαλές και προστατευμένο. Σε ορισμένα σημεία του μυθιστορήματος, οι κάτοικοι του νησιού, παρά την ασθένειά τους, είχαν καλύτερη ζωή από αυτούς που έμεναν στην Πλάκα. Ήθελα να δώσω έμφαση στο γεγονός ότι επρόκειτο για ανθρώπους που ζούσαν στη Σπιναλόγκα και δεν πέθαιναν απλώς εκεί.
Είναι αλήθεια ότι δυσκολευτήκατε να βρείτε εκδότη στην Αγγλία;
Ναι, στην Αγγλία σίγουρα δεν υπήρχε μια ουρά από εκδότες που ήθελαν να εκδώσουν ένα μυθιστόρημα για τη λέπρα! Υπάρχει μια προκατάληψη σε σχέση με την ασθένεια και υποψιάζομαι ότι πίστευαν ότι ήταν μια τελείως αντιεμπορική ιδέα. Αντιμετώπιζαν το μυθιστόρημα κυρίως σαν μια ιστορία αγάπης με φόντο την Ελλάδα.
Δουλεύετε σε ένα νέο μυθιστόρημα;
Ναι. Τα τελευταία δύο χρόνια προωθούσα το δεύτερο μυθιστόρημά μου («Ο γυρισμός», κυκλοφορεί και στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Διόπτρα) που διαδραματίζεται κατά τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Τώρα όμως έχω ήδη ξεκινήσει το τρίτο μυθιστόρημά μου.
Πληροφορίες: Το σενάριο της τηλεοπτικής σειράς «Το νησί», υπογράφει η Μιρέλλα Παπαοικονόμου και τη σκηνοθεσία ο Θοδωρής Παπαδουλάκης. Στο πρωταγωνιστικό καστ συμμετέχουν μεταξύ άλλων οι Στέλιος Μάινας, Κατερίνα Λέχου, Γιούλικα Σκαφιδά, Αιμίλιος Χειλάκης, Μαρία Πρωτόπαππα, Τάσος Νούσιας, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Ορφέας Αυγουστίδης, Αλέξανδρος Λογοθέτης, Ευγενία Δημητροπούλου, Σκηνογραφία: Αντώνης Χαλκιάς. Ενδυματολογική επιμέλεια: Ξανθή Κόντου και Μαρία Κοντοδήμα. Μουσική: Μίνως Μάτσας. Τα βιβλία της Χίσλοπ κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Διόπτρα.
ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου