Οι γονείς γκρινιάζουν. Το ίδιο και οι δάσκαλοι. Οι νέοι σήμερα δεν διαβάζουν λογοτεχνία. Τότε, για ποιους γράφουν οι συγγραφείς; Σε ποιους απευθύνονται; Μήπως η λογοτεχνία έχει γίνει ένας κόσμος απόκοσμος, που μόνον οι λίγοι, οι μυημένοι τον προσεγγίζουν;
Παλιά, στις δεκαετίες του '60 και του '70, οι νέοι διάβαζαν κλασικούς συγγραφείς, ίσως γιατί τότε οι αποδράσεις προς την τέχνη και τις διεξόδους από την καθημερινότητα δίδονταν μόνο μέσω των μυθιστορημάτων και των διηγημάτων: Οσα παίρνει ο άνεμος, Οι μεγάλες προσδοκίες, Εγκλημα και τιμωρία, Αννα Καρένινα, Λόρδος Τζιμ, και τόσα άλλα. Κι απ' τους δικούς μας: Ταξίδι με τον Εσπερο, Eroica, Λεωνής, Τα μυστικά του βάλτου. Σήμερα, η εικόνα έχει αντικαταστήσει τον λόγο. Η τηλεόραση, το διαδίκτυο, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια ελκύουν τους νέους, που διαθέτουν τον χρόνο τους στο έτοιμο, το εντυπωσιακό και, γιατί όχι, στο βίαιο. Οι σύγχρονοι συγγραφείς, ή έστω κάποιοι απ' αυτούς, συναισθάνονται τις αλλαγές και τις απαιτήσεις της εποχής και αναζητούν τους κώδικες επικοινωνίας με τους άλλους, εφόσον, άλλωστε, κι αυτοί «παιδιά» της εποχής τους είναι και αντιδρούν σε ό,τι τους περιβάλλει και τους επηρεάζει, είτε θετικά είτε αρνητικά. Γιατί αυτά που σκέφτονται να γράψουν τα δανείζονται από την πραγματικότητα, ακόμα και τα πιο φανταστικά και παράδοξα στοιχεία τα εισπράττουν από τον περιβάλλοντα χώρο . Οι ήρωές τους μπορεί να έχουν χαρακτηριστικά που είναι έμφυτα στην ανθρώπινη φύση, ωστόσο αυτοί αποδίδουν και την αύρα -και όχι μόνο- της εκάστοτε περιόδου μέσα στην οποία ζουν και κινούνται.
Τι συμβαίνει, όμως, και στη χώρα μας οι αναγνώστες είναι τόσο λίγοι; Μάλιστα, πολλοί βιβλιοπώλες λένε ότι το αναγνωστικό κοινό είναι γένους θηλυκού. Σύμφωνα με τους ειδικούς οι γυναίκες διαβάζουν κυρίως μυθιστορήματα και είναι δεκτικές στο άλλο, το διαφορετικό, εισέρχονται δηλαδή στους φανταστικούς χώρους και ταυτίζονται με τις συναισθηματικές καταστάσεις με προθυμία, χωρίς να παριστάνουν συνεχώς «τους δικηγόρους του διαβόλου». Οι άντρες πάλι, κυρίως, κυνηγούν τα ιστορικά και πολιτικο-οικονομικά θέματα. Για τους ελάχιστους αναγνώστες πιθανόν να φταίει ο τρόπος που διδάσκεται η λογοτεχνία στα σχολεία. Αποσπασματικά και δίχως έμπνευση. Ισως πάλι, ορισμένοι να τη θεωρούν κάτι «υψηλό» και να μην τη φέρνουν κοντά στο ευρύ κοινό με εύληπτο και απλό τρόπο. Να τη μεταβάλλουν σε κάτι το «ιερό», με το οποίο μόνον οι μυημένοι επικοινωνούν. Αν ο έντυπος Τύπος, το ραδιόφωνο δώσουν προτεραιότητα στη δημοσίευση και μετάδοση λογοτεχνικών κειμένων, αυτά θα μπουν στη ζωή μικρών και μεγάλων. Αν στο σχολείο επανεξεταστεί ο τρόπος διδασκαλίας της λογοτεχνίας, τότε πολλά μπορούν να αλλάξουν. Ο ένας αναγνώστης θα φέρει τον άλλο. Το απλό ανάγνωσμα θα οδηγήσει στο πιο σύνθετο. Και για να επιτευχθεί αυτό, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι το χρήσιμο θα πρέπει να είναι και ευχάριστο.
Παλιά, στις δεκαετίες του '60 και του '70, οι νέοι διάβαζαν κλασικούς συγγραφείς, ίσως γιατί τότε οι αποδράσεις προς την τέχνη και τις διεξόδους από την καθημερινότητα δίδονταν μόνο μέσω των μυθιστορημάτων και των διηγημάτων: Οσα παίρνει ο άνεμος, Οι μεγάλες προσδοκίες, Εγκλημα και τιμωρία, Αννα Καρένινα, Λόρδος Τζιμ, και τόσα άλλα. Κι απ' τους δικούς μας: Ταξίδι με τον Εσπερο, Eroica, Λεωνής, Τα μυστικά του βάλτου. Σήμερα, η εικόνα έχει αντικαταστήσει τον λόγο. Η τηλεόραση, το διαδίκτυο, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια ελκύουν τους νέους, που διαθέτουν τον χρόνο τους στο έτοιμο, το εντυπωσιακό και, γιατί όχι, στο βίαιο. Οι σύγχρονοι συγγραφείς, ή έστω κάποιοι απ' αυτούς, συναισθάνονται τις αλλαγές και τις απαιτήσεις της εποχής και αναζητούν τους κώδικες επικοινωνίας με τους άλλους, εφόσον, άλλωστε, κι αυτοί «παιδιά» της εποχής τους είναι και αντιδρούν σε ό,τι τους περιβάλλει και τους επηρεάζει, είτε θετικά είτε αρνητικά. Γιατί αυτά που σκέφτονται να γράψουν τα δανείζονται από την πραγματικότητα, ακόμα και τα πιο φανταστικά και παράδοξα στοιχεία τα εισπράττουν από τον περιβάλλοντα χώρο . Οι ήρωές τους μπορεί να έχουν χαρακτηριστικά που είναι έμφυτα στην ανθρώπινη φύση, ωστόσο αυτοί αποδίδουν και την αύρα -και όχι μόνο- της εκάστοτε περιόδου μέσα στην οποία ζουν και κινούνται.
Τι συμβαίνει, όμως, και στη χώρα μας οι αναγνώστες είναι τόσο λίγοι; Μάλιστα, πολλοί βιβλιοπώλες λένε ότι το αναγνωστικό κοινό είναι γένους θηλυκού. Σύμφωνα με τους ειδικούς οι γυναίκες διαβάζουν κυρίως μυθιστορήματα και είναι δεκτικές στο άλλο, το διαφορετικό, εισέρχονται δηλαδή στους φανταστικούς χώρους και ταυτίζονται με τις συναισθηματικές καταστάσεις με προθυμία, χωρίς να παριστάνουν συνεχώς «τους δικηγόρους του διαβόλου». Οι άντρες πάλι, κυρίως, κυνηγούν τα ιστορικά και πολιτικο-οικονομικά θέματα. Για τους ελάχιστους αναγνώστες πιθανόν να φταίει ο τρόπος που διδάσκεται η λογοτεχνία στα σχολεία. Αποσπασματικά και δίχως έμπνευση. Ισως πάλι, ορισμένοι να τη θεωρούν κάτι «υψηλό» και να μην τη φέρνουν κοντά στο ευρύ κοινό με εύληπτο και απλό τρόπο. Να τη μεταβάλλουν σε κάτι το «ιερό», με το οποίο μόνον οι μυημένοι επικοινωνούν. Αν ο έντυπος Τύπος, το ραδιόφωνο δώσουν προτεραιότητα στη δημοσίευση και μετάδοση λογοτεχνικών κειμένων, αυτά θα μπουν στη ζωή μικρών και μεγάλων. Αν στο σχολείο επανεξεταστεί ο τρόπος διδασκαλίας της λογοτεχνίας, τότε πολλά μπορούν να αλλάξουν. Ο ένας αναγνώστης θα φέρει τον άλλο. Το απλό ανάγνωσμα θα οδηγήσει στο πιο σύνθετο. Και για να επιτευχθεί αυτό, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι το χρήσιμο θα πρέπει να είναι και ευχάριστο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου