που κόβει τον καθάριο τοίχο της αυλής μου.
Ο στεναγμός των κίτρινων φύλλων,
στον αποχωρισμό τους απ’ το κλαδί
Το νυχτερινό τρίξιμο των μπαξέδων του κάμπου,
αυτού του γεμάτου υγρασίες,
αυτού του ευλογημένου…
Αφήνομαι στα χέρια σου,
σαν κομπολόι.
Όλη μου η ύπαρξη,
περασμένη σε κορδόνι κέρινο
Ανάμεσα στις ρώγες των δακτύλων σου,
φόβοι γυάλινοι γλιστρούν.
Φιλντισένια όνειρα μικρού κοριτσιού,
που βγάζουν ήχο.
Κι όταν έρχεται το δείλι,
και κάθε δείλι,
εσύ μου βουρτσίζεις τα μαλλιά με χτένες θλίψης.
Παίρνεις τις σκόνες που μ’ άφησαν οι άνθρωποι τη μέρα
για να γενώ εγώ πιο λαμπερή.
Με κόκκινες κορδέλες τυλίγεις το λαιμό μου,
δένεις τους καρπούς σε στάση φιλιού.
Κι ύστερα,
λίγο πριν τη βάρδια της νύχτας,
αυτής που υποθάλπει χωρισμούς,
σε μια αγκαλιά-σπηλιά μ’ εναποθέτεις,
με βιτρίνα υδάτινη…
Επίτηδες το κάνεις.
Για σένα το κάνεις.
Για να μη ξεχωρίζεις ύστερα,
τα δάκρυα απ’ τις βροχές
και τους οργασμούς από τις πίκρες.
Σμαρώ Δεσσίπρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου