Η εκδίκηση της Σιλάνας
Ξανθούλης Γιάννης
εκδ Ελληνικά Γράμματα
O Γιάννης Ξανθούλης, στο καινούργιο του μυθιστόρημα, «Η εκδίκηση της Σιλάνας», συναντά ένα φάντασμα, τη Σιλάνα Σαλιάγκου, την ποιήτρια που ο ίδιος επινόησε και της οποίας τις ποιητικές δημιουργίες απαγγέλλει κάθε Σάββατο στη ραδιοφωνική εκπομπή του.
Μολονότι επινοημένο το πρόσωπό της, όταν ο συγγραφέας αποφασίζει να κάνει μυθιστόρημα τα τριάμισι από τα οκτώ συνολικά χρόνια που διήρκεσε η επεισοδιακή εφηβεία του στην επαρχία, η Σιλάνα τού φανερώνεται «σαν άγγελος λοξής έμπνευσης». Του αποκαλύπτει ότι εκείνη τον καθοδηγούσε ήδη από το 1959, από τότε που έκλεινε τα δώδεκά του χρόνια.
Ένα πρόσωπο, λοιπόν, που ο συγγραφέας πίστευε πως «είχε κυοφορηθεί μέσα στην ταλαίπωρη επαγγελματική του μήτρα», αίφνης αποκτά σάρκα και οστά ως «πλάσμα φορολογούμενο στη μισοσκότεινη ελληνική επικράτεια», το οποίο μάλιστα ξέρει ό,τι ξέρει ο συγγραφέας, θυμώνει με όσα θυμώνει κι εκείνος, αγαπά τον τρόπο με τον οποίο αγάπησε ό,τι αγάπησε ο συγγραφέας.
Δύο χρόνια μετά το μυθιστόρημα «Του φιδιού το γάλα», ο Γιάννης Ξανθούλης επιστρέφει με ένα βιβλίο «αυτοβιογραφικής ολισθηρότητας», όπου η Σιλάνα Σαλιάγκου τον εκδικείται οξύνοντας τη μνήμη του για πράγματα που νόμιζε πως είχαν παραγραφεί στο πέρασμα των δεκαετιών και των παραλλαγών της αλήθειας...
«Η κυρία Σιλάνα Σαλιάγκου για μένα υπήρξε άλλοθι», λέει σε πρώτο πρόσωπο ο συγγραφέας. «Έτσι κι αλλιώς, πάντα ήθελα να γεννήσω - και τη γέννησα ακριβώς όταν είχα καβατζάρει τον μισό αιώνα και λίγο πιο πάνω. Τη γέννησα ώριμη, στοχαστική, με μια δυνατή νοσταλγία και με θαυμασμό στην αξεπέραστη ποιητική ανορθογραφία του Μποστ (του Μέντη Μποσταντζόγλου), αλλά και φίλων γελοιογράφων.
Η γέννα προέκυψε μέσω ερτζιανών, μέσω του ραδιοφώνου του ΣΚΑΪ, όπου από το 1989 κάνω εκπομπές. Πρόκειται για μια κυρία με αβάσταχτη την ανάγκη ομοιοκατάληκτης ηθικής. Απόλυτα Ελληνίς, πατριδοφωτισμένη και ευτράπελα ρομαντική, αντάξια του ονόματός της.
Στα χρόνια που υπηρέτησα τις εμπνεύσεις της, άρχισα να πιστεύω ότι κάθε Σάββατο, που απήγγελλα από μικροφώνου τις συνήθεις επίκαιρες δημιουργίες της, μου τις υπαγόρευε εκείνη μέσα από ένα μυστήριο νεφέλωμα συγγένειάς μας. Λόγια και ηχηρές ομοιοκαταληξίες, που κατέληγαν με την πολυχρησιμοποιημένη αλλά καίρια -για μένα- επωδό: "Γαμώ την ατυχία μου».
«Δεν ήξερα τη μορφή της, κι ας είχα πατρική εξουσία πάνω της. Δεν ήμουν βέβαιος για την απήχησή της, φοβούμενος περισσότερο απ' όλα τον γραφικό προσανατολισμό της επινόησής μου... Πέρασαν χρόνια ώσπου να της δώσω λίγο παραπάνω φως στο στενό πάλκο του ραδιοφώνου αλλά και στη σαββατιάτικη στήλη μου στην "Ελευθεροτυπία"»
Και καταλήγει ο Γιάννης Ξανθούλης: «Στην παράλογη αυτή διαδρομή παραμερίσαμε τη γελοιογραφική εκδοχή και μείναμε στην εκφώνηση -για να το πω και λίγο ραδιοφωνικά- μιας εποχής που ο ήχος της κουβαλά την απειλή του μυθιστορήματος».
Έγραψαν για το βιβλίο:
Γεννημένος και μεγαλωμένος στην επαρχία, ο Γιάννης Ξανθούλης έχει γνωρίσει από πρώτο χέρι τι εστί διαφορετικότητα, μέσα σ' έναν περίγυρο που ζει και αναπνέει στην πιο ολοκληρωτική ομοιομορφία. Το πόσο σκληρό και απάνθρωπο είναι να έρχεται κανείς αντιμέτωπος, στην πιο τρυφερή του ηλικία, με αυτή την εφιαλτική πραγματικότητα, της κατά τα άλλα τόσο «ανθρώπινης» ελληνικής επαρχίας και γενικότερα κάθε επαρχίας, φαίνεται να το έχει νιώσει στο πετσί του ο συγγραφέας, όντας ένα από τα θύματα αυτής της θλιβερής αντιμετώπισης, της οποίας τυγχάνουν όσοι έχουν το «ελάττωμα» να διαφέρουν. Το επώδυνο πέρασμα από τον παιδικό κόσμο σε αυτόν της νεότητας εκτός από τα στερεότυπα συνεπακόλουθα έχει και τη σκοτεινή του πλευρά, αυτή που οι μεγάλοι επιμένουν να αγνοούν. Την απέραντη μοναξιά αυτού του επικίνδυνου περάσματος από τον παιδικό στον εφηβικό κόσμο περιγράφει ο συγγραφέας, με έντονη αυτοβιογραφική διάθεση αλλά και με έναν εξομολογητικό τόνο, σαν για να λυτρωθεί από το παρελθόν ερμηνεύοντάς το. Μόνος απελπιστικά και αντιμέτωπος με ένα εχθρικό περιβάλλον δημιουργεί τον δικό του από μηχανής θεό στην προσωπική του παράσταση απέναντι στον εχθρικό κόσμο που τον περιβάλλει. Η απίθανη κυρία Σιλάνα Σιλιάγκου είναι η υπέρβαση της πραγματικότητας, αλλά και μια καθωσπρέπει συντροφιά για να ξεπεραστεί ο παρελθών χρόνος. Πόσο απάνθρωπος εν τέλει είναι ο αληθινός κόσμος όταν αναγκάζει ένα παιδί να καταφύγει στη φαντασία του προκειμένου να τα βγάλει πέρα με μιαν αβίωτη πραγματικότητα; Ξανθούλης αυθεντικός, με αφηγηματική άνεση, σαρκασμό, με καταγωγή ευγενή, σαν αμυντικό και επιθετικό όπλο απέναντι στην ασχήμια και τη βαρβαρότητα. Φαίνεται τελικά πως όσο περνούν τα χρόνια τόσο πιο πολύ μας στοιχειώνει το παρελθόν με τα φαντάσματά του.
Ξενοφών Μπρουντζάκης, Ποντίκι Art, 13.2.2010
«Η εκδίκηση της Σιλάνας» είναι ίσως η εκδίκηση της μνήμης μας, που επιμένει να κρατάει ζωντανό το παρελθόν μας.
Όλγα Σελλά, Καθημερινή, 13.12.2009
Τόσο αυτοβιογραφικός που πιο πολύ δεν γίνεται είναι ο Γιάννης Ξανθούλης στο τελευταίο του βιβλίο. Ο συγγραφέας αναφέρεται στην επεισοδιακή του εφηβεία στην Αλεξανδρούπολη. Μια εφηβεία διανθισμένη με ακατάλληλα για ανηλίκους στιχάκια, γραμμένα τότε, διορθωμένα τώρα.
Χρήστος Σιάφκος, Ελευθεροτυπία, 8.11.2009
Η Σιλάνα παίρνει σάρκα και οστά και εκδικείται τον συγγραφέα, οξύνοντας τη μνήμη του για πράγματα που νόμιζε ότι είχε αφήσει πίσω του.
Μαρία Δρακοπούλου, Lifo, 19-25.11.2009
Με την «Εκδίκηση της Σιλάνας» ο Ξανθούλης αναδιφεί, με το γνωστό του χιούμορ και την αυτοσαρκαστική του διάθεση, την παιδική και πρώιμη εφηβική ηλικία του στην «υπερβόρεια» Αλεξανδρούπολη.
Σαφώς αυτοβιογραφικό, το βιβλίο αυτό είναι εμποτισμένο από το άρωμα μιας άλλης εποχής, άρωμα που το αποδεσμεύει, για να το εισπράξει ο αναγνώστης σαν ένα λεπτό, σχεδόν αραχνοϋφαντο πέπλο τρυφερής μελαγχολίας. Μαζί με το πεποιημένο πρόσωπο της Σιλάνας Σαλιάγκου, ο συγγραφέας μας παραδίδει μια τρυφερή, νοσταλγική αφήγηση - αν κι όχι πάντα με το απαραίτητο βάθος- πλημμυρισμένη από εικόνες και οσμές του γενέθλιου τόπου. Και αν, όπως ισχυρίζεται ο Λιόσα, η πραγματική πατρίδα του συγγραφικού εαυτού μας είναι η εφηβεία, μας παραδίδει μαζί και μερικά από τα κλειδιά των μετέπειτα λογοτεχνικών αφηγήσεών του.
Γιώργος Ξενάριος, Διαβάζω, τχ. 502, Δεκέμβριος 2009
Μετά το προπέρσινο «Γάλα του φιδιού» και περσινό, πιο προσωπικό και ταξιδιωτικό «Κωνσταντινούπολη των ασεβών μου φόβων» (εκδ. Μεταίχμιο), ο Γιάννης Ξανθούλης επιστρέφει με καινούργιο μυθιστόρημα, «βγαλμένο» από τις ραδιοφωνικές του εξορμήσεις. Όσοι έχετε ακούσει την εκπομπή του, τα Σάββατα, θα είστε εξοικειωμένοι με τη στιχοπλόκο Σιλάνα Σαλιάγκου. Στο βιβλίο αυτό, η περσόνα του Ξανθούλη αποκτά σάρκα και οστά και περιδιαβαίνει, μαζί με τον ήρωα, τα επεισοδιακά χρόνια της εφηβείας του στην ελληνική επαρχία. Κλασικός Ξανθούλης, με περισσότερη από συνήθως «αυτοβιογραφική ολισθηρότητα».
Κώστας Κατσουλάρης, Veto, 6.12.2009
Η Σιλάνα είναι το άλλοθι για να διηγηθεί ο συγγραφέας την επεισοδιακή του εφηβεία στην Αλεξανδρούπολη, όταν όλα ξεκίνησαν από τον...Τρωικό Πόλεμο με την Ωραία Ροσάνα Ποντεστά που «έδωσε ρέστα στη φαντασία του» και άρχισε να γράφει στιχάκια αλά Μποστ «Κι αφού χορτάσει παντρειά/ θα ξαναβρεί στο μέλλον/ τη λεωφόρο που οδηγεί/ στης Έφης το μπουρδέλον».
Δεν χάνει το χιούμορ και την τρυφερότητά του ούτε όταν βρίσκεται στο κρεβάτι του πόνου, άρρωστος με οξεία νεφρίτιδα στον Ευαγγελισμό όπου...θέλει τον Θεό μικρό και πρακτικό, πιάνει το χαρτί και το μολύβι:
«Στη γη που αποκτήσαμε / Πτυχίο ματαιότητας / Ξανά να βγούμε για ζωή / Ανώτερης ποιότητας».
«Γαμώ την ατυχία μου» όπως θα έλεγε και ο κύριος Γιάννης Ξανθούλης, τέλειωσε τόσο γρήγορα αυτή η φοβερή αφήγηση.
Index, τχ.36, Δεκέμβριος '09- Ιανουάριος ‘10
Η Σιλάνα Σαλιάγκου, ένα πρόσωπο που επινόησε ο δημοσιογράφος- συγγραφέας Γιάννης Ξανθούλης και της οποίας τα ποιήματα απαγγέλλει στη ραδιοφωνική του εκπομπή στον ΣΚΑΪ, ζωντανεύει στις σελίδες του μυθιστορήματός του. Το πλάσμα της φαντασίας του παίρνει σάρκα και οστά, και τον συναντά στο σαλόνι του σπιτιού της. Έπειτα από συζητήσεις, ανακαλύπτει ότι οι δυο τους μοιράζονται τις ίδιες απόψεις για τη ζωή, καθώς και ότι η κοινή τους πορεία αρχίζει τη δεκαετία του ΄50, όταν ο συγγραφέας ήταν έφηβος.
Τα Νέα, Βιβλιοδρόμιο, 30.1.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου