ΣΟΝΙΑ ΖΑΧΑΡΑΤΟΥ «Με γοητεύει η κλασική λογοτεχνία»
Συνέντευξη στη Δέσποινα Σαββοπούλου
Το ημερολόγιο που κρατούσε η Μαρία Θηρεσία Καρλότα, κόρη της Μαρίας Αντουανέτας και του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄, όταν ήταν έφηβη μέσα στη φυλακή, στάθηκε η αφορμή ώστε να ξεκινήσει η Σόνια Ζαχαράτου να ξετυλίγει μυθιστορηματικά το κουβάρι της ζωής της μικρής πριγκίπισσας. Το τρίτο βιβλίο της συγγραφέως και δημοσιογράφου, με τίτλο Ρόδινη Στάχτη, είναι ένα ιστορικό αφήγημα σε πρώτο πρόσωπο, ένα μυθιστόρημα πολιτικό, που μας ταξιδεύει στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης, όταν ο άνεμος του Διαφωτισμού σάρωνε όλη την Ευρώπη και ο γαλλικός λαός, σύσσωμος στις επάλξεις, αγωνιζόταν για τα δικαιώματα του ανθρώπου. Με τη λογοτεχνική της πένα, η Σόνια Ζαχαράτου μας παρουσιάζει την άλλη, ανθρώπινη πλευρά του παλατιού, καταθέτοντας μέσα στις σελίδες του βιβλίου της δυνατές περιγραφές και πολλαπλές εικόνες.
Τι σας προσέλκυσε στην προσωπικότητα της Μαρίας Θηρεσίας Καρλότα και γράψατε ένα βιβλίο για εκείνη;
Δεν με προσέλκυσε η δύναμη της προσωπικότητάς της, όσο η αντοχή της στις κακουχίες της ζωής. Προσπαθούσα να φανταστώ πώς μπορεί να νιώθει ένας άνθρωπος, όταν ξέρει ότι ο πατέρας του πορεύεται προς τον αποκεφαλισμό, όταν ξέρει το ίδιο για τη μητέρα του, για τη θεία του, τους φίλους του, όταν του σκοτώνουν τον αδελφό, κι όλα αυτά ευρισκόμενος μέσα στη φυλακή, ανήμπορος για οποιαδήποτε αντίδραση. Σε αυτήν την τραγικότητα να προσθέσουμε ότι την εποχή εκείνη, η Μαρία Θηρεσία Καρλότα, εγγονή της γνωστής αυτοκράτειρας, ήταν έφηβη. Κι ότι επίσης, όλο αυτό το ματωμένο σκηνικό έρχεται σε μία πλήρη αντίθεση με την έως τότε ζωή της. Μη ξεχνάμε ότι ήταν μια πριγκίπισσα, κόρη της Μαρίας Αντουανέτας και του Λουδοβίκου 16ου, μεγαλωμένη μέσα στην ευμάρεια και την πολυτέλεια των Βερσαλλιών. Έζησε, λοιπόν, μιαν ισχυρή ανατροπή που μου δημιούργησε μια μεγάλη περιέργεια και μια συμπάθεια.
Ποιες ιδιαιτερότητες ή δυσκολίες συναντήσατε γράφοντας ένα ιστορικό μυθιστόρημα;
Το πλήθος των πληροφοριών που έπρεπε να συγκεντρώσω και να ταξινομήσω. Από τα ρούχα της εποχής έως τους δρόμους του Παρισιού, από τα πολιτικά γεγονότα έως την ιστορία της Αυστροουγγαρίας και της Πρωσίας, από την τέχνη της ταπητουργίας έως τα βιογραφικά των επικεφαλής της Γαλλικής Επανάστασης, από την στάση των ξένων κρατών απέναντι στη βασιλεία που κατέρρεε και το φόβο της μετάδοσης του επαναστατικού «ιού» -που θα λέγαμε και σήμερα- έως τους πολέμους του Βοναπάρτη.
Πόσο μυθιστορηματική μπορεί να είναι μια ιστορική βιογραφία; Θα λέγατε ότι πρόκειται για μυθιστόρημα ή για βιογραφία;
Θα έλεγα ότι εμπλέκονται. Δεν πρόκειται για ιστορική βιογραφία, αλλά για μυθιστορηματική. Διότι έπλαθα με τη φαντασία μου τόσο τα παιχνίδια της Μαρίας Θηρεσίας με τα αδέλφια της και τους φίλους της όσο και το ό, τι διημείφθη ανάμεσα σ’ εκείνη και τον Ροβεσπιέρο, όταν την επισκέφτηκε στο κελί της. Η επίσκεψη αποτελεί πραγματικό συμβάν, όχι όμως και η συζήτησή τους. Πιθανότατα, η πραγματική συζήτηση να ήταν πολύ πιο δελεαστική και κραυγαλέα από τη φανταστική που ανέπτυξα.
Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που κάνει μια ζωή άξια να μεταφερθεί σε βιβλίο;
Υπάρχουν δισεκατομμύρια ζωές άξιες μυθιστοριογραφίας. Σκεφτείτε πόσοι άνθρωποι έδωσαν την ζωή τους σε αγώνες, σε μεγαλουργήματα, σε ιδεολογίες, πόσοι θυσιάστηκαν σε βωμούς πατριωτικούς –η πρώτη θυσία που καταγράφεται είναι της Ιφιγένειας. Σκεφτείτε ότι όλα τα αγαθά που καρπούμαστε σήμερα είναι το αποτέλεσμα επίπονου μόχθου και μελέτης, ακόμα και φιλοδοξίας άξιων ανθρώπων. Αλλά σκεφτείτε επίσης και τους ανθρώπους που πνίγηκαν στα πάθη τους, απλησίαστα και από τη φαντασία μας ακόμα. Καθένας και μια ιστορία, κι ένα βιβλίο.
Χρησιμοποιείτε γλώσσα λογοτεχνική, προσφέροντας στον αναγνώστη πολλαπλές εικόνες. Τι σας ωθεί να υιοθετείτε αυτόν τον τρόπο γραφή; Πιστεύετε ότι είναι ανάγκη για το σημερινό αναγνώστη να ανακαλύψει ξανά αυτού του είδους τη γραφή;
Μα τι είναι η λογοτεχνία αν δεν είναι η τέχνη του λόγου; Η δημοσιογραφική γλώσσα; Η «ξύλινη» των δελτίων ειδήσεων; Η αναφορική των ρεπορτάζ; Μπορεί μόνον η πλοκή μιας υπόθεσης να είναι λογοτεχνία; Δεν πρέπει να εμμένει στο ανείπωτο της ομορφιάς της; Στις εικόνες; Στην ποιητική της διάθεση; Άλλωστε σε όλα τα είδη της τέχνης υπάρχουν πολλές σχολές και κινήματα. Εμένα με γοητεύει η κλασική λογοτεχνία όπως και, σε αντιδιαστολή, η αυτόματη γραφή, η οποία, ωστόσο, περικλείει την εικόνα, το όνειρο.
Πιστεύετε ότι η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία είναι σε καλό δρόμο;
Πιστεύω ότι υπάρχουν πολύ άξιοι λογοτέχνες, αλλά, δυστυχώς, η παραλογοτεχνία ανθεί και θολώνει τα νερά του αναγνώστη. Ας ελπίσουμε ότι πολύ σύντομα αυτό το είδος θα καταρρεύσει.
Δημοσιογραφία και λογοτεχνία, οι δύο σας ιδιότητες. Τι δίνει η μία στην άλλη;
Την επιθυμία της μελέτης και της έρευνας, την εμμονή στο σφιχτό λόγο, τα συνεχή ξαφνιάσματα για το πώς η μία μπορεί να δίνει τροφή στην άλλην.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΕΠΙΚΑΙΡΑ», τεύχος 93, 28/7/2011
Συνέντευξη στη Δέσποινα Σαββοπούλου
Το ημερολόγιο που κρατούσε η Μαρία Θηρεσία Καρλότα, κόρη της Μαρίας Αντουανέτας και του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄, όταν ήταν έφηβη μέσα στη φυλακή, στάθηκε η αφορμή ώστε να ξεκινήσει η Σόνια Ζαχαράτου να ξετυλίγει μυθιστορηματικά το κουβάρι της ζωής της μικρής πριγκίπισσας. Το τρίτο βιβλίο της συγγραφέως και δημοσιογράφου, με τίτλο Ρόδινη Στάχτη, είναι ένα ιστορικό αφήγημα σε πρώτο πρόσωπο, ένα μυθιστόρημα πολιτικό, που μας ταξιδεύει στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης, όταν ο άνεμος του Διαφωτισμού σάρωνε όλη την Ευρώπη και ο γαλλικός λαός, σύσσωμος στις επάλξεις, αγωνιζόταν για τα δικαιώματα του ανθρώπου. Με τη λογοτεχνική της πένα, η Σόνια Ζαχαράτου μας παρουσιάζει την άλλη, ανθρώπινη πλευρά του παλατιού, καταθέτοντας μέσα στις σελίδες του βιβλίου της δυνατές περιγραφές και πολλαπλές εικόνες.
Τι σας προσέλκυσε στην προσωπικότητα της Μαρίας Θηρεσίας Καρλότα και γράψατε ένα βιβλίο για εκείνη;
Δεν με προσέλκυσε η δύναμη της προσωπικότητάς της, όσο η αντοχή της στις κακουχίες της ζωής. Προσπαθούσα να φανταστώ πώς μπορεί να νιώθει ένας άνθρωπος, όταν ξέρει ότι ο πατέρας του πορεύεται προς τον αποκεφαλισμό, όταν ξέρει το ίδιο για τη μητέρα του, για τη θεία του, τους φίλους του, όταν του σκοτώνουν τον αδελφό, κι όλα αυτά ευρισκόμενος μέσα στη φυλακή, ανήμπορος για οποιαδήποτε αντίδραση. Σε αυτήν την τραγικότητα να προσθέσουμε ότι την εποχή εκείνη, η Μαρία Θηρεσία Καρλότα, εγγονή της γνωστής αυτοκράτειρας, ήταν έφηβη. Κι ότι επίσης, όλο αυτό το ματωμένο σκηνικό έρχεται σε μία πλήρη αντίθεση με την έως τότε ζωή της. Μη ξεχνάμε ότι ήταν μια πριγκίπισσα, κόρη της Μαρίας Αντουανέτας και του Λουδοβίκου 16ου, μεγαλωμένη μέσα στην ευμάρεια και την πολυτέλεια των Βερσαλλιών. Έζησε, λοιπόν, μιαν ισχυρή ανατροπή που μου δημιούργησε μια μεγάλη περιέργεια και μια συμπάθεια.
Ποιες ιδιαιτερότητες ή δυσκολίες συναντήσατε γράφοντας ένα ιστορικό μυθιστόρημα;
Το πλήθος των πληροφοριών που έπρεπε να συγκεντρώσω και να ταξινομήσω. Από τα ρούχα της εποχής έως τους δρόμους του Παρισιού, από τα πολιτικά γεγονότα έως την ιστορία της Αυστροουγγαρίας και της Πρωσίας, από την τέχνη της ταπητουργίας έως τα βιογραφικά των επικεφαλής της Γαλλικής Επανάστασης, από την στάση των ξένων κρατών απέναντι στη βασιλεία που κατέρρεε και το φόβο της μετάδοσης του επαναστατικού «ιού» -που θα λέγαμε και σήμερα- έως τους πολέμους του Βοναπάρτη.
Πόσο μυθιστορηματική μπορεί να είναι μια ιστορική βιογραφία; Θα λέγατε ότι πρόκειται για μυθιστόρημα ή για βιογραφία;
Θα έλεγα ότι εμπλέκονται. Δεν πρόκειται για ιστορική βιογραφία, αλλά για μυθιστορηματική. Διότι έπλαθα με τη φαντασία μου τόσο τα παιχνίδια της Μαρίας Θηρεσίας με τα αδέλφια της και τους φίλους της όσο και το ό, τι διημείφθη ανάμεσα σ’ εκείνη και τον Ροβεσπιέρο, όταν την επισκέφτηκε στο κελί της. Η επίσκεψη αποτελεί πραγματικό συμβάν, όχι όμως και η συζήτησή τους. Πιθανότατα, η πραγματική συζήτηση να ήταν πολύ πιο δελεαστική και κραυγαλέα από τη φανταστική που ανέπτυξα.
Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που κάνει μια ζωή άξια να μεταφερθεί σε βιβλίο;
Υπάρχουν δισεκατομμύρια ζωές άξιες μυθιστοριογραφίας. Σκεφτείτε πόσοι άνθρωποι έδωσαν την ζωή τους σε αγώνες, σε μεγαλουργήματα, σε ιδεολογίες, πόσοι θυσιάστηκαν σε βωμούς πατριωτικούς –η πρώτη θυσία που καταγράφεται είναι της Ιφιγένειας. Σκεφτείτε ότι όλα τα αγαθά που καρπούμαστε σήμερα είναι το αποτέλεσμα επίπονου μόχθου και μελέτης, ακόμα και φιλοδοξίας άξιων ανθρώπων. Αλλά σκεφτείτε επίσης και τους ανθρώπους που πνίγηκαν στα πάθη τους, απλησίαστα και από τη φαντασία μας ακόμα. Καθένας και μια ιστορία, κι ένα βιβλίο.
Χρησιμοποιείτε γλώσσα λογοτεχνική, προσφέροντας στον αναγνώστη πολλαπλές εικόνες. Τι σας ωθεί να υιοθετείτε αυτόν τον τρόπο γραφή; Πιστεύετε ότι είναι ανάγκη για το σημερινό αναγνώστη να ανακαλύψει ξανά αυτού του είδους τη γραφή;
Μα τι είναι η λογοτεχνία αν δεν είναι η τέχνη του λόγου; Η δημοσιογραφική γλώσσα; Η «ξύλινη» των δελτίων ειδήσεων; Η αναφορική των ρεπορτάζ; Μπορεί μόνον η πλοκή μιας υπόθεσης να είναι λογοτεχνία; Δεν πρέπει να εμμένει στο ανείπωτο της ομορφιάς της; Στις εικόνες; Στην ποιητική της διάθεση; Άλλωστε σε όλα τα είδη της τέχνης υπάρχουν πολλές σχολές και κινήματα. Εμένα με γοητεύει η κλασική λογοτεχνία όπως και, σε αντιδιαστολή, η αυτόματη γραφή, η οποία, ωστόσο, περικλείει την εικόνα, το όνειρο.
Πιστεύετε ότι η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία είναι σε καλό δρόμο;
Πιστεύω ότι υπάρχουν πολύ άξιοι λογοτέχνες, αλλά, δυστυχώς, η παραλογοτεχνία ανθεί και θολώνει τα νερά του αναγνώστη. Ας ελπίσουμε ότι πολύ σύντομα αυτό το είδος θα καταρρεύσει.
Δημοσιογραφία και λογοτεχνία, οι δύο σας ιδιότητες. Τι δίνει η μία στην άλλη;
Την επιθυμία της μελέτης και της έρευνας, την εμμονή στο σφιχτό λόγο, τα συνεχή ξαφνιάσματα για το πώς η μία μπορεί να δίνει τροφή στην άλλην.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΕΠΙΚΑΙΡΑ», τεύχος 93, 28/7/2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου